Σοκαριστική ομολογία του «δράκου» της Αθήνας: «Ήθελα να το ξανακάνω»
Σοκάρει η ομολογία του «δράκου» της Αθήνας που, μαζί με ένα συνεργό του, αιχμαλώτιζαν και βίαζαν εκδιδόμενες
Το χρονικό
Το πρωί της 20ης Ιανουαρίου, οι αστυνομικοί εντοπίζουν μια ξυλοκοπημένη γυναίκα που παραπατά έξω από το Εφετείο Αθηνών. Την πλησιάζουν και την ρωτούν τι έχει συμβεί και εκείνη ξεσπά, αποκαλύπτοντας πως έπεσε θύμα ενός «παρανοϊκού» που την κράτησε αιχμάλωτη για μία ολόκληρη ημέρα, βιάζοντας και χτυπώντας την.
Είναι το πρώτο καταγεγραμμένο θύμα και την υπόθεση αναλαμβάνει να διερευνήσει η Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Αθηνών, αντιμετωπίζοντας το αρχικά ως μεμονωμένο περιστατικό. Όμως μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες το σκηνικό επαναλαμβάνεται με δύο ακόμα γυναίκες περιγράφουν ένα σχεδόν πανομοιότυπο μοτίβο επίθεσης.
Και στις τρεις περιπτώσεις πρόκειται για εκδιδόμενες γυναίκες από το εξωτερικό, που έχουν έρθει για λίγες εβδομάδες να εργαστούν στην Αθήνα, δουλεύοντας μόνες, χωρίς συνοδούς ασφαλείας και γραφεία.
Όπως αναφέρεται στο διαβιβαστικό της Ασφάλειας για τον σεσημασμένο 40χρονο από την Βουλγαρία, που μαζί με τον ομοεθνή συνεργό του εξαπέλυσαν τις τρεις διαπιστωμένες – μέχρι τώρα – επιθέσεις:
«Αλλοδαποί υπήκοοι προσέγγιζαν εκδιδόμενες γυναίκες, τις οποίες μάλιστα οδηγούσαν αρχικά, κατόπιν υποτιθέμενου προσυμφωνημένου ραντεβού, σε διάφορους χώρους του κέντρου των Αθηνών. Μάλιστα φρόντιζαν οι χώροι αυτοί να αφορούν εγκαταλελειμμένα γραφεία εταιρειών τα οποία προηγουμένως είχε διαρρήξει ο Vasil ή Ivanov ή Borislanov ή Velizar ή Giorgi ή Daniel με επώνυμο Vasilev ή Stoimenov ή Georgiev ή Zahariev».
Το αποτύπωμα του Borislanov εντοπίζονται στο κινητό ενός θύματος, από εκεί τον συνδέουν με μια φωτογραφία του και καταλήγουν στον λογαριασμό του στο Viber. Οι έρευνες συνεχίζονται με άκρα μυστικότητα ώστε οι δράστες να μην υποψιαστούν ότι παρακολουθούνται. Τέσσερις αξιωματικοί της Ασφάλειας τελικώς τον συλλαμβάνουν.
Σύμφωνα με την δικογραφία που δημοσίευσε η εφημερίδα «Πρώτο Θέμα», ο κακοποιός παραδέχτηκε ότι είχε διαρρήξει και τέταρτο διαμέρισμα, στην οδό Αλεξάνδρας, αναζητώντας το επόμενο θύμα του.
«Είμαι στην Ελλάδα 13 χρόνια, γι’ αυτό και καταλαβαίνω καλά ελληνικά. Δεν έχω σχέση με γυναίκα ούτε εδώ, ούτε στη Βουλγαρία. Έχω πάει και δύο φορές φυλακή για κλοπές και βγήκα πριν από σχεδόν έναν χρόνο. Από τότε μένω σε διάφορα εγκαταλελειμμένα σπίτια ή γραφεία τα οποία έχω διαρρήξει. Τον τελευταίο καιρό μένω σε ξενοδοχεία και δεν εργάζομαι κάπου».
Έχοντας εκτίσει ποινές φυλάκισης για διακεκριμένες περιπτώσεις διαρρήξεων και κλοπών, αποφυλακίστηκε στις 24 Απριλίου του 2019 από τον Κορυδαλλό και με σχετική παραγγελία του εισαγγελέα μεταφέρεται την ίδια ημέρα για εισαγωγή και νοσηλεία στο ψυχιατρικό νοσοκομείο στο Δαφνί, έως τις 2 Μαΐου που έλαβε εξιτήριο, σύμφωνα με το διαβιβαστικό της Ασφάλειας.
Πώς επέλεγαν τα θύματα
Ο δράστης φρόντιζε να διαλέγει call girls χωρίς συνοδό. Στην πρώτη επίθεση, με θύμα την 24χρονη Μπόγια, ήταν μόνος του χωρίς συνεργό. «Πριν από σχεδόν δύο εβδομάδες διέρρηξα ένα σπίτι στην οδό Λουκάρεως, το οποίο γνώριζα ότι ήταν εγκαταλελειμμένο και δεν είχε ρεύμα. Το απόγευμα εκείνης της ημέρας πήρα τηλέφωνο για να έρθει στο σπίτι μια γυναίκα, που θα της έδινα 100 ευρώ την ώρα. Εγώ είχα σκεφτεί ότι ήθελα την κοπέλα να την κρατήσω σπίτι μία ημέρα και να κάνω σεξ όπως ήθελα. Η κοπέλα ήταν αδύνατη, ξανθιά από την Αλβανία. Με το που μπήκε στο σπίτι της έδωσα τα χρήματα όπως είχαμε συμφωνήσει για μία ώρα. Από τη στιγμή που τη χτύπησα την έκανα ό,τι ήθελα. Μάλιστα, όσο ήταν δεμένη την είχα βγάλει και φωτογραφίες. Την επομένη το μεσημέρι εγώ έφυγα από το σπίτι και την άφησα δεμένη. Ζήτησα από ένα παιδί που ήξερα ότι είναι φίλος της να μου δώσει 1.000 ευρώ για να την αφήσω ελεύθερη. Εκείνος μου είπε ότι δεν έχει να μου δώσει και εγώ του είπα πού βρίσκεται για να πάει να τη βρει».
Η δεύτερη επίθεση
Το απόγευμα της 28ης Ιανουαρίου ο αδίστακτος βιαστής ξαναχτυπά, επιλέγοντας για θύμα του μια 23χρονη από τη Ρωσία. Κλείνει ραντεβού μαζί της σε διαμέρισμα 3ου ορόφου επί της Φειδιππίδου, αντί προσυμφωνημένου χρηματικού ποσού. Με το που μπαίνει στον χώρο, την χτυπά με γυμνά χέρια, τραυματίζοντας της παράλληλα με ένα κατσαβίδι.
Της αφαιρεί το κινητό τηλέφωνο και την ακινητοποιεί, δένοντάς την χειροπόδαρα με ταινία. Αποφασίζει να προσκαλέσει στις εγκληματικές δραστηριότητές του και έναν συμπατριώτη του.
Στην ομολογία του, παραδέχεται με κυνισμό της πράξεις του: «Πριν από περίπου μία εβδομάδα ήθελα να ξανακάνω το ίδιο με άλλη κοπέλα όμως. Βρήκα ένα διαμέρισμα 3ου ορόφου στην οδό Φειδιππίδου που ήξερα ότι είναι εγκαταλελειμμένο, γιατί πριν από δύο χρόνια είχα νοικιάσει το διπλανό διαμέρισμα από αυτό, οπότε ήξερα ότι δεν είχε πάει κανείς εκεί. Είχα σκοπό να καλέσω μια κοπέλα επ’ αμοιβή, να την κρατήσω σχεδόν μία ημέρα και να την κάνω ό,τι θέλω, γι’ αυτό είχα μαζί μου μαχαίρι και ταινία. Κάλεσα μια κοπέλα και συμφωνήσαμε να έρθει για δύο ώρες και θα της έδινα 140 ευρώ για κάθε ώρα. Έπειτα από 45 λεπτά έφτασε η κοπέλα. Ήταν ψηλή, αδύνατη με καστανά μαλλιά από τη Ρωσία και την έλεγαν Ντάρια.
Μόλις μπήκε μέσα, μου ζήτησε τα λεφτά και εγώ της είπα ότι θα κάτσει σπίτι μου για μία ημέρα και θα την κάνω ό,τι θέλω και την έδεσα. Έδεσα τα χέρια με ταινία μεταξύ τους και τα πόδια μεταξύ τους. Την έβαλα στο κρεβάτι και της έβγαλα τα ρούχα. Στο μεταξύ το βράδυ πήρα τηλέφωνο τον Τόντσο και του είπα να έρθει να με βοηθήσει. Εκείνος ήρθε και είδε την κοπέλα που είχα δεμένη».
«Του είπα αν θέλει να κάνει σεξ μαζί της σε διπλανό δωμάτιο. Η Ντάρια έμενε σε ξενοδοχείο στην οδό Πειραιώς. Ήθελα να πάω εκεί και να της κλέψω ό,τι είχε στο δωμάτιο, γι’ αυτό σκέφτηκα να στείλω τον Τόντσο να νοικιάσει ένα δωμάτιο εκεί και να πάω εγώ μετά να την κλέψω, αφού θα είχα τη δικαιολογία ότι μένω στο δωμάτιό του. Έτσι τον έστειλα. Εκείνος κάθισε μέχρι τα ξημερώματα και έπειτα γύρισε στο διαμέρισμα στη Φειδιππίδου. Μόλις γύρισε, εγώ πήγα στο ξενοδοχείο στο δωμάτιο που είχε νοικιάσει και αυτός έκατσε με την κοπέλα. Έπειτα από μισή ώρα πήγα στο δωμάτιο όπου έμενε η Ντάρια με την κάρτα της και πήρα τη βαλίτσα της. Έπειτα γύρισα στο διαμέρισμά μου, ζήτησα από την Ντάρια να μου δώσει τους κωδικούς από τις κάρτες και πήγα με τον Τόντσο και κάναμε αναλήψεις από τις δύο κάρτες συνολικά 1.300 ευρώ. Τα λεφτά τα μοιραστήκαμε.
Έπειτα έφυγε ο Τόντσο και πήρε μαζί του το κινητό τηλέφωνο της κοπέλας γιατί μου είπε ότι ήταν καλό. Γύρω στις 10 το πρωί έφυγα και εγώ και άφησα την κοπέλα δεμένη».
Η τρίτη επίθεση
Την περασμένη Κυριακή, θύμα των δύο ανδρών έπεσε και μία 24χρονη από την Ουκρανία, με την οποία έκλεισαν ραντεβού σε διαμέρισμα επί της οδού Β. Κωνσταντίνου, στο ύψος της Ρηγίλλης.
«Το Σάββατο 1η Φεβρουαρίου το απόγευμα βρήκα ένα σπίτι στην οδό Β. Κωνσταντίνου και το διέρρηξα. Το σπίτι ήξερα ότι ήταν εγκαταλελειμμένο γιατί το είχα διαρρήξει και πιο παλιά. Την Κυριακή είχα αποφασίσει να καλέσω πάλι μια γυναίκα σπίτι μου, όπως τις άλλες φορές. Είχα μαζί μου ταινία, χειροπέδες και ένα μαχαίρι γι’ αυτό τον σκοπό. Το απόγευμα κάλεσα μια γυναίκα και είχαμε κανονίσει να έρθει για μία ώρα και θα της έδινα 140 ευρώ. Γύρω στις 10 το βράδυ έφτασε στο σπίτι […] Την έλεγαν Άννα. Ζήτησε τα λεφτά, της έδωσα 150 ευρώ, πήγαμε στο δωμάτιο. Επειδή δεν έκανε ό,τι ήθελα, μου είπε ότι τα λεφτά δεν μπορώ να τα πάρω πίσω και ξεκίνησε να ντύνεται. Εγώ της είπα ότι θα κάτσει “εδώ”.
Εκείνη μου ζήτησε να την αφήσω να φύγει και πέταξε τα λεφτά κάτω. Εγώ την τράβηξα και της είπα να μη φωνάζει. Εκείνη ξεκίνησε να φωνάζει. Τότε την έσπρωξα για να πέσει κάτω και όταν πήγε να σηκωθεί τη χτύπησα με ένα μεγάλο ξύλο στο κεφάλι δύο φορές. Το κεφάλι της έβγαζε πολύ αίμα».
«Της έβαλα χειροπέδες στα χέρια και τα πόδια της τα έδεσα με ταινία. Αφού τελείωσα, πήρα τηλέφωνο τον Τόντσο να έρθει να μου φέρει τσιγάρα και φαγητό. Η Άννα έμενε σε ξενοδοχείο στη λεωφόρο Συγγρού και είχα σκοπό να κάνω το ίδιο πράγμα, όπως την προηγούμενη φορά. Μόλις ήρθε ο Τόντσο ήταν σχεδόν μεσάνυχτα και του έδωσα 100 ευρώ για να κλείσει το ξενοδοχείο όπου έμενε η Άννα. Ο Τόντσο έμεινε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου μέχρι τα χαράματα. Στο μεταξύ η Άννα μάς είπε ότι στο δωμάτιο μένει με μια άλλη κοπέλα, οπότε δεν μπήκαμε να κλέψουμε γιατί φοβηθήκαμε. Τη Δευτέρα το πρωί έφυγα και εγώ και την άφησα μέσα δεμένη. Όταν έφυγα πήρα μαζί το τηλέφωνό της, μια αλυσίδα λαιμού ενώ πήρα από το διαμέρισμα και μια ρακέτα του τένις για να μη δώσω στόχο σε τυχόν αστυνομικούς. Από το κινητό της τηλεφώνησα σε μια φίλη της και της ζήτησα 1.000 ευρώ για να την αφήσω ελεύθερη. Τα λεφτά τα έβαλαν σε Western Union στο όνομα μιας φίλης του Τόντσο. Είχα σκοπό να το ξανακάνω σε λίγες ημέρες σε κάποιο σπίτι εγκαταλελειμμένο στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Έχω μετανιώσει για ό,τι έκανα», ισχυρίζεται, κλείνοντας την κατάθεσή του.
«Εν δυνάμει serial killers»
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια μιας κοπέλας που τον ρώτησε αν θα τη σκοτώσει, για να πάρει την απάντηση: «Δεν έχω σκοπό να σε σκοτώσω, αλλά αν χρειαστεί θα το κάνω». Η ίδια καταγγέλλει ότι την έδεσε χειροπόδαρα και τις ζήτησε να κάνει «σαν το σκυλί».
«Πραγματοποίησαν τρία χτυπήματα και υπήρχε κλιμακούμενη ένταση. Το σίγουρο είναι πως αν δεν τους πιάναμε θα έφταναν στα άκρα» επισημαίνει αξιωματικός της Ασφάλειας που μίλησε υπό το καθεστώς της ανωνυμίας.
«Εμείς τους αντιμετωπίσαμε σαν εν δυνάμει serial killers», πρόσθεσε χαρακτηριστικά.