50.000 «μυαλά» ξενιτεύονται κάθε χρόνο!
Η ζημιά στους δημογραφικούς δείκτες από τη μαζική φυγή νέων ανθρώπων είναι προφανής. Ωστόσο, μπαίνοντας η οικονομία σε πορεία ανάκαμψης αναδεικνύεται η βαθιά πληγή στον παραγωγικό ιστό, καθώς ενώ δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας υψηλών και εξειδικευμένων προσόντων, το διαθέσιμο δυναμικό δεν επαρκεί.
Με φόντο τις αλλεπάλληλες έρευνες για την αγορά εργασίας, που καταγράφουν δυσαρμονία ζητούμενων και παρεχόμενων προσόντων, τα στοιχεία που επεξεργάστηκε η Τράπεζα της Ελλάδας για το brain drain προκαλούν σοκ.
Με το ξέσπασμα της κρίσης το 2010, πάνω από 30.000 νέοι άνθρωποι έφυγαν από την Ελλάδα. Το κύμα αυτό εντάθηκε το 2012 και μονιμοποιήθηκε τα επόμενα έτη λαμβάνοντας διαστάσεις μεγάλης φυγής, με τις ετήσιες εκροές ατόμων στην ηλικιακή ομάδα των 25-44 ετών να ξεπερνούν τις 50 χιλιάδες! Συνολικά, μεταξύ 2008 και 2017 μετανάστευσαν περισσότερα από 467 χιλιάδες άτομα της συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας.
Αν και η Ελλάδα διαθέτει πλούσια μεταναστευτική εμπειρία, το σύγχρονο κύμα μετανάστευσης παρουσιάζει δύο σημαντικές διαφορές σε σχέση με τα ιστορικά προηγούμενα. Πρώτον, περισσότεροι από 1 στους 3 αποδήμους είναι γυναίκες, με αρνητικές συνέπειες για τον ήδη χαμηλό δείκτη γονιμότητας, και δεύτερον, στην πλειονότητά τους είναι άτομα που διαθέτουν υψηλής ποιότητας ανθρώπινο κεφάλαιο. Αποτέλεσμα; Η απώλεια ανθρώπινου δυναμικού υψηλής μόρφωσης και κατάρτισης υποβαθμίζει τη σημασία της χώρας ως προορισμού επενδύσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας και δυσχεραίνει τον ψηφιακό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας και τη μετάβασή της στην “οικονομία της γνώσης”.
Ήδη, στην κυβέρνηση αναζητούν ισχυρά κίνητρα για την αναστροφή αυτού του κύματος φυγής, αν και είναι προφανές ότι δεν αρκεί μόνο η παροχή κάποιων οικονομικών κινήτρων, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι πριν ξεσπάσει το brain drain υπήρχαν στρεβλώσεις που προετοίμαζαν το έδαφος. Συγκεκριμένα, το πολύ υψηλό ποσοστό ανεργίας των νέων επιστημόνων πριν από τα χρόνια της κρίσης, η αδράνεια των θεσμών, ο περιορισμός των χρηματοοικονομικών πόρων για έρευνα, τα εμπόδια εισόδου σε πολλά επαγγέλματα και η πληθώρα αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε γνωστικά αντικείμενα που δεν εξυπηρετούν τις ανάγκες μιας γρήγορα μεταβαλλόμενης αγοράς εργασίας, σε συνδυασμό με μια μάλλον εσωστρεφή και μη ανταγωνιστική οικονομία, καθώς και η έλλειψη αξιοκρατίας και διαφάνειας στην επιλογή υποψηφίων, αποτέλεσαν τις διαρθρωτικές ατέλειες της αγοράς εργασίας που τροφοδότησαν το κύμα εξερχόμενης μετανάστευσης.
Οι προτάσεις της ΤτΕ
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, για δούμε τους Έλληνες επιστήμονες να στελεχώνουν την ελληνική παραγωγική μηχανή, θα πρέπει να γίνουν τουλάχιστον τα… αυτονόητα:
α) Η καταπολέμηση του ψηφιακού αναλφαβητισμού. Το Κράτος, σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα και τον ακαδημαϊκό χώρο, θα πρέπει να αναλάβει στοχευμένη δράση για την ψηφιακή αναβάθμιση της πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και να υποστηρίξει έμπρακτα τη διά βίου μάθηση και εκπαίδευση, με έμφαση στις γυναίκες
β) Η επικαιροποίηση των προγραμμάτων σπουδών. Η αγορά εργασίας στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, της ψηφιακής επανάστασης και της οικονομίας της γνώσης αλλάζει με μεγάλη ταχύτητα.
γ) Η ενίσχυση των ανθρωπιστικών σπουδών στο πρόγραμμα της εγκύκλιας εκπαίδευσης καταπολεμά το λειτουργικό αναλφαβητισμό και περιορίζει το χρησιμοθηρικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης.
δ) Η δυνατότητα χρηματοδότησης των ερευνητικών πανεπιστημιακών προγραμμάτων από τον ιδιωτικό τομέα με σκοπό την άμεση χρησιμοποίηση του ερευνητικού προϊόντος στην παραγωγική διαδικασία.
ε) Η διασύνδεση των ελληνικών πανεπιστημίων με ξένα πανεπιστημιακά ιδρύματα και η ανάπτυξη κέντρων αριστείας μπορούν να προσελκύσουν μια κρίσιμη μάζα επιστημόνων και ερευνητών.
στ) Η δημιουργία δομών κινητικότητας ερευνητών (“brain circulation”), καθώς και προγραμμάτων μετακίνησης για λόγους επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης (Erasmus+)
ζ) Η βελτίωση των εσωτερικών συνδέσεων, η ενίσχυση των συνεργασιών πανεπιστημίων και επιχειρήσεων, η αμφίδρομη κυκλική ροή πληροφοριών μέσα από δίκτυα “τριπλής έλικας”, με στόχο τη στενή και αποτελεσματική σύνδεση της εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας, των τριών δηλαδή πλευρών του “τριγώνου της γνώσης”
η) Η υποχρεωτική επέκταση του θεσμού της μαθητείας ώστε να προωθηθεί η σύνδεση της επαγγελματικής εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας.
θ) Η παροχή οικονομικών κινήτρων στις επιχειρήσεις, π.χ. με τη μορφή φοροαπαλλαγών, για την ανάπτυξη προγραμμάτων έρευνας και καινοτομίας καθώς και εκπαίδευσης του προσωπικού τους στις νέες τεχνολογίες. Η αναντιστοιχία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης δεξιοτήτων αναδεικνύει τη σημασία της επένδυσης στη συνεχιζόμενη επαγγελματική εκπαίδευση και επανειδίκευση.