Η φορολογική ταυτότητα: Πότε και γιατί απενεργοποιείται – Πώς επανέρχεται
Όλες οι απαραίτητες πληροφορίες για τον ΑΦΜ, τους λόγους απενεργοποίησης και τη διαδικασία επαναφοράς του.
Η φορολογική ταυτότητα, γνωστή και ως αριθμός φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ), αποτελεί τον κεντρικό αριθμό αναγνώρισης για όλες τις οικονομικές και φορολογικές συναλλαγές των πολιτών με την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Πρόκειται για έναν μοναδικό αριθμό που ταυτοποιεί τον φορολογούμενο σε κάθε δήλωση, πληρωμή φόρου ή υπόθεση που αφορά την εφορία. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις όπου η φορολογική ταυτότητα μπορεί να τεθεί εκτός λειτουργίας ή να απενεργοποιηθεί από τις φορολογικές αρχές, γεγονός που επιφέρει σοβαρές συνέπειες για τον κάτοχό της. Αυτό το μέτρο λειτουργεί ως μηχανισμός προστασίας του φορολογικού συστήματος και ως απάντηση σε συγκεκριμένα συμπεριφορικά ή νομικά προβλήματα του φορολογούμενου.
Η απενεργοποίηση της φορολογικής ταυτότητας σημαίνει ότι ο φορολογούμενος δεν μπορεί να πραγματοποιήσει ή να συνεχίσει οικονομικές δραστηριότητες που απαιτούν φορολογική σχέση με το κράτος. Τέτοιες δραστηριότητες περιλαμβάνουν την έναρξη επιχείρησης, την έκδοση τιμολογίων, ακόμη και την υποβολή φορολογικών δηλώσεων. Η εφορία μπορεί να λάβει αυτή την απόφαση όταν διαπιστωθούν σοβαρές παραβάσεις ή παραλείψεις που θέτουν σε αμφισβήτηση τη νομιμότητα της χρήσης του ΑΦΜ. Η διαδικασία αυτή οδηγεί σε πάγωμα όλων των συναλλαγών που απαιτούν λειτουργικό φορολογικό προφίλ, με αποτέλεσμα την προσωρινή ή μόνιμη αδυναμία πρόσβασης σε βασικές οικονομικές λειτουργίες.
Συνήθεις λόγοι απενεργοποίησης
Η ΑΑΔΕ έχει τη δυνατότητα να «κλειδώνει» ή να απενεργοποιεί τη φορολογική ταυτότητα σε περιπτώσεις που υπάρχουν νόμιμες ενδείξεις παραβατικής συμπεριφοράς. Τυπικά παραδείγματα περιλαμβάνουν περιπτώσεις όπου ο φορολογούμενος:
* δεν ασκεί καμία οικονομική δραστηριότητα αλλά παραμένει ενεργός στο φορολογικό σύστημα,
* έχει δηλώσει ανακριβή ή ψευδή στοιχεία κατά την απόκτηση του αριθμού,
* έχει εμπλακεί σε ενέργειες που σχετίζονται με φοροδιαφυγή, λαθρεμπόριο ή παραποίηση φορολογικών εγγραφών.
Επιπλέον, η απενεργοποίηση μπορεί να επιβληθεί αν εντοπιστεί ότι ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο διαθέτει περισσότερους από έναν ενεργούς φορολογικούς αριθμούς, κάτι που απαγορεύεται ρητά από τη φορολογική νομοθεσία. Οι αρχές μπορούν επίσης να αναστείλουν τον ΑΦΜ για επιχειρήσεις ή επαγγελματίες που παρουσιάζουν σημαντικές ληξιπρόθεσμες οφειλές χωρίς ρύθμιση ή δέσμευση ενημερότητας, εμποδίζοντας έτσι προσωρινά την επιχειρηματική τους δραστηριότητα.
Η απενεργοποίηση της φορολογικής ταυτότητας δεν είναι πάντοτε οριστική ή μόνιμη. Σε πολλές περιπτώσεις, ο φορολογούμενος μπορεί να επαναφέρει την κατάσταση ακολουθώντας συγκεκριμένες ενέργειες που του υποδεικνύει η Φορολογική Διοίκηση. Αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν την εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών, τη διόρθωση στοιχείων ή την προσκόμιση αποδεικτικών εγγράφων που να βεβαιώνουν την απουσία παραβατικής συμπεριφοράς. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή μπορεί να απαιτεί την καταβολή εγγύησης ή την παροχή επιπλέον πληροφοριών που να τεκμηριώνουν τη συμμόρφωση του φορολογούμενου με τις υποχρεώσεις του. Μόνο τότε είναι δυνατή η πλήρης επανενεργοποίηση της ταυτότητας.
Επιπτώσεις και επιστροφή στην κανονικότητα
Όταν η φορολογική ταυτότητα τίθεται εκτός λειτουργίας, ο φορολογούμενος αντιμετωπίζει απαγόρευση για νέες φορολογικές ενέργειες και συναλλαγές, καθώς το σύστημα δεν δέχεται εντολές χωρίς ενεργό αριθμό φορολογικού μητρώου. Αυτό λειτουργεί ως αυστηρό μέτρο προστασίας του δημόσιου συμφέροντος και διασφάλισης της νομιμότητας της αγοράς. Για την επανενεργοποίηση του ΑΦΜ, συνήθως απαιτείται ειδική διαδικασία επανεξέτασης από τις αρμόδιες αρχές. Αυτή μπορεί να περιλαμβάνει νομικές ενέργειες, αποπληρωμή οφειλών ή διόρθωση σφαλμάτων στις φορολογικές δηλώσεις. Η επανενεργοποίηση καθίσταται πιθανή όταν αποδειχθεί ότι έχουν εκπληρωθεί οι όροι που θέτει ο νόμος για την ομαλή λειτουργία του φορολογικού μηχανισμού, επιτρέποντας στον φορολογούμενο να ενταχθεί εκ νέου στο φορολογικό σύστημα και να συνεχίσει τις οικονομικές του δραστηριότητες.

