Η Ευρώπη και η Ελλάδα μετά το Ταμείο Ανάκαμψης: Νέες Προτεραιότητες και Στρατηγική
Ο Κυριάκος Πιερρακάκης αναλύει το μετασχηματισμό προς βιώσιμη ανάπτυξη, επενδύσεις και θεσμική αξιοπιστία.
Η ευρωπαϊκή οικονομία διανύει μια περίοδο προκλήσεων, αντιμέτωπη με γεωπολιτικές εντάσεις, επενδυτικές δυσκολίες και αλλαγές στις παγκόσμιες ισορροπίες. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Κυριάκος Πιερρακάκης, πρόεδρος του Eurogroup και υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, σκιαγραφεί στην εφημερίδα «Καθημερινή» το νέο στρατηγικό πλαίσιο προτεραιοτήτων για την Ευρώπη και την Ελλάδα, μετά την περίοδο των ενισχύσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης. Η έμφαση μετατοπίζεται από την έκτακτη στήριξη σε ένα μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης, που θεμελιώνεται σε επενδύσεις, αύξηση της παραγωγικότητας και εδραίωση θεσμικής αξιοπιστίας.
Ο κ. Πιερρακάκης τονίζει ότι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας επιτυγχάνεται μέσω ενός ισχυρού ιδιωτικού επενδυτικού κύματος, του ψηφιακού και ενεργειακού μετασχηματισμού, καθώς και της τήρησης σταθερών δημοσιονομικών κανόνων. Παράλληλα, επισημαίνει την ανάγκη σύγκλισης με τον μέσο όρο της ΕΕ στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ, μέσω πολιτικών που μεταφράζουν την οικονομική ανάπτυξη σε απτά κοινωνικά οφέλη. Το κεντρικό στοίχημα της επόμενης ημέρας, όπως υπογραμμίζει, είναι η διατήρηση της εμπιστοσύνης, η προσέλκυση ποιοτικών επενδύσεων και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τη μακροχρόνια ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Σε σχέση με το μέλλον της Ευρώπης, ο κ. Πιερρακάκης δηλώνει ότι η Ευρώπη δεν έχει την πολυτέλεια του εφησυχασμού ή της απαισιοδοξίας. Αντιμετωπίζει μεγάλες γεωοικονομικές ανακατατάξεις και εντεινόμενο διεθνή ανταγωνισμό, γεγονός που απαιτεί ταχύτερη και πιο αποφασιστική δράση. Οι προκλήσεις εστιάζονται στην παραγωγικότητα, στο βάθος των κεφαλαιαγορών και στην ταχύτητα λήψης αποφάσεων. Για την αντιμετώπισή τους, προτείνονται πολιτικές που ενισχύουν τις επενδύσεις σε καινοτομία, ψηφιακές υποδομές, ενέργεια και δεξιότητες, η πρόοδος στην Ένωση Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων για ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, και η θεσμική αποτελεσματικότητα με λιγότερη γραφειοκρατία και μεγαλύτερη αξιοπιστία. Η Ευρώπη, όπως επισημαίνει, κερδίζει τον διεθνή ανταγωνισμό μέσω μεταρρυθμίσεων που αυξάνουν την παραγωγικότητα, επενδυτικής ασφάλειας και συνέπειας στους συμφωνημένους κανόνες.
Σχετικά με το τέλος του Ταμείου Ανάκαμψης και τις προβλέψεις για υποχώρηση του ρυθμού ανάπτυξης, ο κ. Πιερρακάκης διαβεβαιώνει ότι η Ελλάδα εισέρχεται στην εποχή της κανονικής, βιώσιμης και αυτοτροφοδοτούμενης ανάπτυξης. Το 2026, παρά τις υψηλές εκταμιεύσεις από το Ταμείο, η ανάπτυξη διασφαλίζεται από τη σταθερή αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων, ένα ισχυρό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (16,7 δισ. ευρώ για το 2026) και το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης 2026–2030 (22,4 δισ. ευρώ). Επιπλέον, εξασφαλίζονται νέοι ευρωπαϊκοί πόροι άνω των 8 δισ. ευρώ για την περίοδο 2026–2032, ενώ ταυτόχρονα, οι μεταρρυθμίσεις που υλοποιούνται διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για διαρκή ανάπτυξη.
Αναφερόμενος στη σύγκλιση με τον μέσο όρο κατά κεφαλήν ΑΕΠ της ΕΕ, ο υπουργός δηλώνει ότι η Ελλάδα βρίσκεται στο 70% του μέσου όρου (από 66%) και σημείωσε αύξηση 15,7% από το 2019 έως το 2026, έναντι 5,3% στην Ευρωζώνη. Η σύγκλιση είναι ορατή, υπό την προϋπόθεση της διατήρησης της οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας.
Για τις ιδιωτικές επενδύσεις, ο κ. Πιερρακάκης εξηγεί ότι οι greenfield επενδύσεις, αν και πιο απαιτητικές, αυξάνονται καθώς το κράτος μειώνει σταθερά το ρίσκο των παραγωγικών επενδύσεων μέσω φορολογικών βελτιώσεων, ψηφιοποίησης και σταθερού επενδυτικού περιβάλλοντος. Οι συνολικές επενδύσεις εκτιμάται ότι θα φτάσουν τα 46 δισ. ευρώ το 2026, με το 61% να προέρχεται από τον ιδιωτικό τομέα, ποσοστό που θα φτάσει το 78% έως το 2029. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις ξεπέρασαν τα 32 δισ. ευρώ την περίοδο 2019-2024, με θετικές προοπτικές και για το 2025.
Όσον αφορά τον φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων, αναμένεται να τεθεί σε πλήρη λειτουργία εντός του πρώτου εξαμήνου του έτους, προσφέροντας λύσεις σε ευάλωτους οφειλέτες και προστασία της κύριας κατοικίας.
Η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, τέλος, αντιμετωπίζεται ως εργαλείο οικονομικής πολιτικής, εστιάζοντας στην καταγραφή, τη μετάβαση σε δημιουργία αξίας και τη διασύνδεση με αναπτυξιακούς στόχους, μετατρέποντας τη δημόσια περιουσία σε αναπτυξιακό κεφάλαιο.
Το 2026, ως προεκλογικό έτος, θα χαρακτηριστεί από ενέργειες που διασφαλίζουν την κοινωνική συνοχή και την αναπτυξιακή δυναμική, πάντα με σεβασμό στη δημοσιονομική ισορροπία, όπως δηλώνει ο υπουργός.

