Ενημέρωση με ένα κλικ

Τι αλλάζει στην τηλεργασία

Άρθρο του Γιάννη Καρούζου

Κρίσιμες αλλαγές στο καθεστώς της εργασίας εξ αποστάσεως επέφεραν οι δημοσιευθείσες Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου και Υπουργικές Αποφάσεις για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του COVID-19.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το νομοθετικό πλαίσιο που είχε δομηθεί από το άρθρο 5 του Ν.3846/2010, η μετατροπή της κανονικής εργασίας σε τηλεργασία προϋπέθετε συμφωνία του εργαζομένου με τον εργοδότη, ο οποίος μάλιστα υποχρεούνταν να παραδίδει γραπτώς στον εργαζόμενο, μέσα σε οκτώ (8) ημέρες, το σύνολο των πληροφοριών που αναφέρονται στην εκτέλεση της εργασίας και ειδικότερα ως προς την ιεραρχική σύνδεση με τους προϊσταμένους του στην επιχείρηση, τα λεπτομερή καθήκοντα του, τον τρόπο υπολογισμού της αμοιβής, τον τρόπο μέτρησης του χρόνου εργασίας, την αποκατάσταση του κόστους που προκαλείται από την παροχή της.

Μάλιστα προβλέπονταν ότι στη συμφωνία αυτή θα καθορίζονταν μια περίοδος προσαρμογής τριών (3) μηνών, κατά την οποία οποιοδήποτε από τα μέρη, μετά από τήρηση προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών, μπορούσε να θέσει τέλος στην τηλεργασία και ο μισθωτός να επιστρέψει στην εργασία του σε αντίστοιχη θέση αυτής που κατείχε.

Η ανωτέρω διαδικασία που εδράζεται εξ ολοκλήρου στη συναίνεση των δύο μερών και στη σύμπτωση βουλήσεων ανατράπηκε άρδην από την από 11-03-2020 ΠΝΠ, η οποία θέσπισε ως έκτακτο μέτρο, προληπτικό της μετάδοσης του COVID-19, την υπαγωγή του εργαζομένου σε καθεστώς τηλεργασίας μονομερώς από τον εργοδότη.

Επομένως, η θέση σε τηλεργασία αποτελεί πλέον διευθυντικό δικαίωμα. Ο εργαζόμενος δεν μπορεί να αρνηθεί την παροχή υπηρεσιών με το σύστημα της τηλεργασίας, που αποφάσισε ο εργοδότης του. Σε διαφορετική περίπτωση, η άρνηση στην τηλεργασία συνιστά παραίτηση. Εξυπακούεται ότι, το σύστημα μονομερούς επιβολής της τηλεργασίας, μέχρι στιγμής, αποτελεί ένα έκτακτο νομοθετικά μέτρο, το οποίο θα απολέσει την ισχύ του, με την αποκατάσταση της κανονικότητας.

Επισημαίνεται ότι η υπαγωγή στο καθεστώς τηλεργασίας, δεν συνεπάγεται κατ’ αρχάς μείωση του ωραρίου εργασίας ή μείωση των οφειλόμενων αποδοχών, καθώς ο εργαζόμενος διατηρεί τους ίδιους όρους εργασίας προ της μετατροπής.

Επιπρόσθετα, στην από 14-03-2020 ΠΝΠ προβλέφθηκε σχετικά με τις επιχειρήσεις που ανέστειλαν τη λειτουργία τους με απόφαση κρατικής αρχής, ότι οι εργαζόμενοι που είχαν τεθεί σε καθεστώς τηλεργασίας πριν την αναστολή της επιχείρησης, εξαιρούνται από τον μηχανισμό οικονομικής στήριξης, δηλαδή από την αποζημίωση ειδικού σκοπού ύψους 800 ευρώ.

Συγκεκριμένα, οι εν λόγω εργαζόμενοι συνεχίζουν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους, εξαιρούνται από την αναστολή των συμβάσεων εργασίας, με αποτέλεσμα ο εργοδότης τους, να διατηρεί ενεργή την υποχρέωση καταβολής του μισθού τους.

Μη δικαιούχοι  της αποζημίωσης ειδικού σκοπού αποτελούν οι εργαζόμενοι που παρέχουν υπηρεσίες με τηλεργασία και στην  περίπτωση της πληττόμενης βάσει λίστα ΚΑΔ επιχείρησης, με το σκεπτικό ότι οι τελευταίοι συνεχίζουν να εργάζονται και ο εργοδότης συνεχίζει να τους καταβάλλει τον συμφωνηθέντα μισθό.

Επομένως, αν και εναπόκειται στο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη ποιους και πόσους εργαζομένους θα επιλέξει να θέσει σε αναστολή των συμβάσεων εργασίας, του αφαιρείται εκ νόμου η ευχέρεια να αναστείλει τη σύμβαση εργασίας των τηλεργαζόμενων.

Αντιστρόφως έχουν τα πράγματα στην περίπτωση που ο εργαζόμενος έχει τεθεί ήδη σε αναστολή της σύμβασης εργασίας του για 45 ημέρες, με απόφαση του εργοδότη της πληττόμενης επιχείρησης.

Αναλυτικά, ο εργαζόμενος που έχει τεθεί σε αναστολή, μπορεί να τεθεί σε τηλεργασία ώστε να εξυπηρετηθούν πρόσκαιρες και επείγουσες λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης.

Η εν λόγω τηλεργασία όμως πρέπει να συμφωνηθεί μεταξύ εργαζομένου και εργοδότη, κυρίως επειδή η υποχρέωση παροχής υπηρεσιών εξαλείφεται εν μέσω αναστολής σύμβασης εργασίας. Ο εργαζόμενος σ’ αυτήν την περίπτωση αμείβεται για την εργασία που παρέχει μέσω τηλεργασίας αναλογικά με το ύψος του μηνιαίου του μισθού και τις ώρες ή ημέρες παρείχε εργασία. Το ποσό αυτό δεν μπορεί να ξεπερνά το ύψος των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του, αφαιρουμένης της αποζημίωσης ειδικού σκοπού .

Επιπρόσθετα δε, πρόσφατη εγκύκλιος προβλέπει ότι ο εργοδότης δύναται να συμφωνήσει να καλύπτουν επείγουσες λειτουργικές ανάγκες μέσω τηλεργασίας μόνο έως το 10% των εργαζομένων που έχουν τεθεί σε αναστολή.

Παραταύτα, επειδή η φύση της εγκυκλίου είναι ερμηνευτική, δηλαδή επεξηγεί και διευκρινίζει την εφαρμογή ενός κανόνα δικαίου, ενώ η ίδια δεν μπορεί να θεσπίζει νέο, θεωρούμε ότι η εν λόγω εγκύκλιος έχει προτρεπτικό χαρακτήρα. Με αποτέλεσμα αν ένας εργοδότης παραβεί το ποσοστό των 10% να μην έρχεται αντιμέτωπος με κυρώσεις και πρόστιμα.

Ο Γιάννης Καρούζος είναι Εργατολόγος

Get real time updates directly on you device, subscribe now.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει