Αχτσιόγλου: «Μητσοτάκης και Βρούτσης οργάνωσαν μία ακόμη επικοινωνιακή φιέστα»
Ως «επικοινωνιακή φιέστα» χαρακτήρισε η τομεάρχης Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ, Έφη Αχτσιόγλου τη σημερινή παρουσίαση του προγράμματος ψηφιακής απονομής συντάξεων «ΑΤΛΑΣ», από τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη και τον υπουργό Εργασίας, Γιάννη Βρούτση.
«Την ώρα που εκατοντάδες χιλιάδες εποχικοί εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν πλέον καθημερινό πρόβλημα επιβίωσης, εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι βιώνουν τη δραματική μείωση των μισθών και τη διάλυση των εργασιακών τους σχέσεων και ενώ όλο και περισσότεροι βρίσκονται αντιμέτωποι με το φάσμα της ανεργίας, οι κύριοι Μητσοτάκης και Βρούτσης οργάνωσαν μία ακόμη επικοινωνιακή φιέστα, αλλά δεν βρήκαν να πουν έστω μισή λέξη για τις ανάγκες αυτών των ανθρώπων», δήλωσε η Ε. Αχτσιόγλου, επισημαίνοντας ότι «δεν είπαν τίποτα για»:
«Την καταβολή των αναδρομικών από τις αντισυνταγματικές περικοπές του ίδιου του κ. Βρούτση στους συνταξιούχους, τη στιγμή μάλιστα που η αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας ανοίγει, μόνο γι’ αυτή τη χρονιά, παράθυρο ευκαιρίας για την εξόφληση του συνόλου των οφειλών σε όλους τους συνταξιούχους” και “τη σχεδιαζόμενη παραχώρηση της επικουρικής ασφάλισης σε ιδιώτες, η οποία προβλέπεται στο α-λα ΔΝΤ σχέδιο Πισσαρίδη και θα οδηγήσει στην κατάρρευση του συστήματος και στη μείωση των επικουρικών συντάξεων».
«Μάλιστα, οι τεράστιες ζημιές που θα προκληθούν σχεδιάζεται να καλυφθούν με τη χρήση των πόρων από τα ευρωπαϊκά προγράμματα στήριξης της ελληνικής οικονομίας», συμπλήρωσε.
Η Ε. Αχτσιόγλου τόνισε επίσης ότι «οι κύριοι Μητσοτάκης και Βρούτσης αναφέρθηκαν μόνο στη δήθεν «νέα» ψηφιακή σύνταξη, αποκρύπτοντας, όμως, αφενός ότι το έργο είχε προετοιμαστεί στο σύνολό του από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αφετέρου ότι προς το παρόν αφορά μόνο μερικές εκατοντάδες αιτήσεις συνταξιοδότησης».
«Συστήνουμε λοιπόν σε εργαζόμενους και συνταξιούχους να κρατάνε μικρό καλάθι για τις υποσχέσεις Βρούτση-Μητσοτάκη καθώς τα μόνα έργα που έχουν μέχρι στιγμής να επιδείξουν είναι το σκάνδαλο του “σκόιλελικικού” και η αύξηση των εκκρεμών συντάξεων κατά τουλάχιστον 50%», κατέληξε.