Ενημέρωση με ένα κλικ

Ντιν Μάρτιν: Ο «Βασιλιάς του Κουλ» και ο θρύλος του Χόλιγουντ

Από το μποξ και το τραγούδι, στον κινηματογράφο και την τηλεόραση, η ζωή του ιταλοαμερικανού καλλιτέχνη που καθήλωσε εκατομμύρια.

Ο Ντιν Μάρτιν, ο καλλιτέχνης με τη βαθιά, βελούδινη φωνή που έγινε συνώνυμη των εορτών και θρύλος του Χόλιγουντ και του Λας Βέγκας, έζησε μια ζωή γεμάτη επιτυχίες και έντονες στιγμές. Χαρακτηρισμένος ως «Βασιλιάς του Κουλ», η καλλιτεχνική του πορεία ξεπέρασε τα όρια της μουσικής, αφήνοντας ανεξίτηλο το σημάδι του στον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Η συνεργασία του με τον Τζέρι Λιούις αποτέλεσε σταθμό, ενώ συμμετοχές του σε ταινίες όπως το «Ρίο Μπράβο» τον καθιέρωσαν δίπλα σε εμβληματικές μορφές όπως ο Τζον Γουέιν.

Ο ιταλικής καταγωγής Αμερικανός καλλιτέχνης, πέρα από τραγουδιστής και ηθοποιός, διακρίθηκε και ως παρουσιαστής τηλεοπτικών σόου, ραδιοφωνικός παραγωγός και διασκεδαστής. Υπήρξε επίσης μέλος της θρυλικής «Rat Pack», παρέα με τους Φρανκ Σινάτρα και Σάμι Ντέιβις Τζούνιορ, η οποία έδωσε λάμψη στο Λας Βέγκας, προσελκύοντας χιλιάδες θαυμαστές. Η ζωή του, που έμελλε να ολοκληρωθεί ανήμερα των Χριστουγέννων, όπως η ίδια η ζωή του έμοιαζε με φάρσα, ήταν γεμάτη από τις επιτυχίες του.

Με πάνω από 40 τραγούδια στο top ten, εκατομμύρια εισιτήρια από τις ταινίες του και τηλεοπτικές εκπομπές με απίστευτη θεαματικότητα, ο Ντιν Μάρτιν γνώρισε παγκόσμια αναγνώριση και πλούτο. Γεννημένος Ντίνο Πολ Κροτσέτι στο Στούμπενβιλ του Οχάιο, ο Μάρτιν ξεκίνησε από μια ταπεινή οικογένεια. Μέχρι την ηλικία των σχολείων μιλούσε μόνο ιταλικά, ενώ η ενασχόλησή του με την πυγμαχία, παρά τις σωματικές συνέπειες, τον προετοίμασε για την σκληρότητα του καλλιτεχνικού κόσμου. Μετά την εγκατάλειψη της πυγμαχίας, εργάστηκε ως γκρουπιέρης και άρχισε να τραγουδάει, υιοθετώντας το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Ντίνο Μαρτίνι». Μετά την επιστράτευση κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου πρόλαβε να παντρευτεί και να αποκτήσει τέσσερα παιδιά, η πορεία του άλλαξε.

Το 1944, η γνωριμία του με τον Τζέρι Λιούις στο Glass Hat Club της Νέας Υόρκης αποτέλεσε την απαρχή μιας θρυλικής συνεργασίας. Αρχικά, οι εμφανίσεις τους στο Ατλάντικ Σίτι δεν στέφθηκαν με την αναμενόμενη επιτυχία. Ωστόσο, η υιοθέτηση του αυτοσχεδιασμού, με τον Μάρτιν να αναλαμβάνει το τραγούδι και τον Λιούις να δημιουργεί χαοτικές, αλλά απολαυστικές, στιγμές, τους εκτόξευσε.

Η μεταφορά του σόου τους στο ραδιόφωνο (1948-1953) και στη συνέχεια στην τηλεόραση, σηματοδότησε την απογείωσή τους. Ο παραγωγός Χαλ Ουόλις τους ενέταξε στην Paramount, μια εξέλιξη που ικανοποίησε τον Μάρτιν, ο οποίος ένιωθε δυσφορία στην κλειστοφοβική ατμόσφαιρα της Νέας Υόρκης. Το Λος Άντζελες προσέφερε ένα ιδανικότερο περιβάλλον. Με τη βοήθεια της ατζέντισσάς τους, Άμπι Γκρέσλερ, εξασφάλισαν ένα εξαιρετικό συμβόλαιο, που τους έδινε την ελευθερία να γυρίζουν ταινίες και να ελέγχουν τις εμφανίσεις τους. Η συνεργασία τους, παρά την αρχική επιτυχία, άρχισε να φθίνει. Ο Μάρτιν ενοχλούνταν από τους μονοδιάστατους ρόλους και την κυριαρχία του Λιούις. Η τελευταία τους ταινία, «Hollywood or Bust», αποτέλεσε το επιστέγασμα της ρήξης, με τους δύο να μην μιλούν για 20 χρόνια.

Η σόλο καριέρα του Ντιν Μάρτιν ξεκίνησε με μια εμπορική αποτυχία στον κινηματογράφο, αλλά ταυτόχρονα απογειώθηκε στη μουσική σκηνή με επιτυχίες όπως «Volare» και «Everybody Loves Somebody». Η συμμετοχή του σε ταινίες όπως «The Young Lions» και η συνεργασία του με τον Φρανκ Σινάτρα στο «Some Came Running» σηματοδότησαν την έναρξη μιας νέας καλλιτεχνικής φάσης. Το 1959, η ερμηνεία του στο «Ρίο Μπράβο» δίπλα στον Τζον Γουέιν, τον καθιέρωσε ως έναν χαρισματικό ηθοποιό.

Το 1960, η συμμετοχή του στο «Ocean’s 11» μαζί με τον Σινάτρα, τον Σάμι Ντέιβις Τζούνιορ και άλλους, γέννησε τη μυθική «Rat Pack». Οι εμφανίσεις τους στο Λας Βέγκας, πέρα από τις ταινίες, προσέλκυσαν εκατομμύρια δολάρια και εδραίωσαν την εικόνα τους ως σύμβολα της καλής ζωής.

Ο Ντιν Μάρτιν συνέχισε την επιτυχημένη πορεία του, με χρυσούς δίσκους και δεκάδες ταινίες. Η τηλεοπτική του σειρά «The Dean Martin Show» (1965-1975) τον διατήρησε στην κορυφή, εξασφαλίζοντάς του τεράστια περιουσία, την οποία άρχισε σταδιακά να διαθέτει σε φιλανθρωπίες.

Πέρα από την καλλιτεχνική του πορεία, ο Μάρτιν, ο οποίος απέκτησε οχτώ παιδιά από τρεις γάμους, ήταν γνωστός για το ακαταμάχητο στυλ του. Ο δυναμικός του χαρακτήρας, το χαμόγελο και η εικόνα του γλεντζέ και πότη, αν και στην πραγματικότητα προτιμούσε την ηρεμία, τον έκαναν αγαπητό. Πέθανε ήσυχα το 1995, αφήνοντας πίσω του ένα πλούσιο καλλιτεχνικό κληροδότημα: πάνω από 600 ηχογραφήσεις, το ξεκαρδιστικό ντουέτο με τον Τζέρι Λιούις, και μια μυθολογία γύρω από τη ζωή και τη φιλία του.

Get real time updates directly on you device, subscribe now.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει
WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com