Ενημέρωση με ένα κλικ

Ο Σαράντα Τετράχρονος Εσκομπάρ: Οι τελευταίες ώρες του “Ελ Πατρόν”

Μια μέρα πριν τη σύλληψή του, ο Πάμπλο Εσκομπάρ ζούσε με τον φόβο, γνωρίζοντας ότι το τέλος πλησίαζε.

Η 1η Δεκεμβρίου ξημέρωνε και ο Πάμπλο Εσκομπάρ, ο ισχυρός βαρώνος ναρκωτικών, βρισκόταν σε ένα σπίτι στα προάστια της Μπογκοτά, ονόματι Λος Ολίβος. Ο ύπνος του ήταν ανήσυχος, διακοπτόμενος συνεχώς από τον παραμικρό θόρυβο. Η εποχή της ανεξέλεγκτης δύναμής του, όπου διαφέντευε το εμπόριο κοκαΐνης στην Κολομβία και είχε πλημμυρίσει τον κόσμο με τη “λευκή σκόνη”, είχε παρέλθει. Το μότο του “λεφτά ή σφαίρες” δεν είχε πλέον την ίδια ισχύ.
Τώρα, ο Εσκομπάρ ήταν ένα κυνηγημένο ζώο. Ολοι, από τους πρώην συνεργάτες του στο καρτέλ του Κάλι μέχρι την ειδική μονάδα Search Bloc της αστυνομίας, τον αναζητούσαν. Ακόμη και οι ειδικοί πράκτορες Στιβ Μέρφι και Χαβιέ Πένια, που επί χρόνια τον καταδίωκαν, παρακολουθούσαν στενά κάθε του κίνηση, αναζητώντας το σήμα από το δορυφορικό του τηλέφωνο. Ο Εσκομπάρ, ο άνθρωπος που είχε χτίσει μια αυτοκρατορία με παράνομα εργαστήρια, ακόμα και στην καρδιά της τροπικής ζούγκλας της Κολομβίας, γνώριζε ότι οι ώρες του ήταν μετρημένες.
Η επιδρομή στο Λος Ολίβος
Στις 2 Δεκεμβρίου, μια σχετικά ζεστή και υγρή μέρα, μια κινητή ομάδα παρακολούθησης τηλεπικοινωνιών είχε ξεκινήσει τη δουλειά της από νωρίς στους δρόμους της Μπογκοτά. Όταν έφτασαν στη γειτονιά Λος Ολίβος, η ατμόσφαιρα φαινόταν ήρεμη. Ξαφνικά, οι άνδρες της ομάδας άκουσαν μια γνώριμη φωνή. Σύντομα επιβεβαιώθηκαν: ήταν ο Πάμπλο Εσκομπάρ, ο οποίος δεχόταν ευχές για τα γενέθλιά του από τη σύζυγο και τα παιδιά του, μία ημέρα μετά τα σαράντα τέσσερα χρόνια της αμφιλεγόμενης ζωής του. Μια ζωή που ξεκίνησε στην πόλη του Ρίο Νέγκρο μέσα στη φτώχεια, συνεχίστηκε στο Μεντεγίν και τον κατέληξε στον απόλυτο ναρκέμπορο, η φήμη του οποίου ξεπέρασε τα σύνορα της Κολομβίας, φτάνοντας ακόμη και στις σελίδες του περιοδικού Time.

Get real time updates directly on you device, subscribe now.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει
WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com