ΚΕΔΕ: Διαφωνίες για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2026 – Τι διεκδικούν οι ΟΤΑ
Έντονες αντιπαραθέσεις στην ΚΕΔΕ για τη μεθοδολογία και το ύψος των αιτημάτων προς την κυβέρνηση σχετικά με τους πόρους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Σημαντική συζήτηση, με εμφανείς διαφωνίες και προβληματισμούς για τη μεθοδολογία και το ύψος των διεκδικήσεων, προκάλεσε στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΚΕΔΕ η εισήγηση για τον κρατικό προϋπολογισμό και τους πόρους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για το 2026. Κοινός τόπος ήταν η αναγνώριση ότι οι προβλέψεις του προϋπολογισμού για τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) είναι ανεπαρκείς και ότι η ΚΕΔΕ πρέπει να κινηθεί διεκδικητικά. Ωστόσο, διαφορετικές προσεγγίσεις υπήρξαν ως προς το ύψος των απαιτήσεων και, κυρίως, τον τρόπο τεκμηρίωσής τους.
Ο εισηγητής, κ. Γιάννης Μουράτογλου, παρουσίασε τα βασικά μεγέθη του προϋπολογισμού. Για τις μεταβιβάσεις προς ΟΤΑ Α’ βαθμού στον τακτικό προϋπολογισμό, εκτιμάται ότι το 2025 θα κλείσει στα 2,715 δισ. ευρώ (αντί για 2,699 δισ. που αναφέρονταν αρχικά), ενώ για το 2026 εγγράφονται 2,741 δισ. ευρώ, σημειώνοντας υποχώρηση σε σχέση με το προσχέδιο (2,795 δισ. ευρώ). Η ειδική επιχορήγηση αυξάνεται από 178 εκατ. ευρώ το 2025 σε 209 εκατ. ευρώ το 2026, με επιπλέον 31 εκατ. ευρώ να κατευθύνονται σε μισθοδοσία Δημοτικής Αστυνομίας, σχολικές καθαρίστριες, πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι», ναυαγοσωστική κάλυψη, δράσεις για τα αδέσποτα και άλλες ειδικές δαπάνες. Στο ενοποιημένο προφίλ προϋπολογισμού ΟΤΑ (Α’ και Β’ βαθμού), οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των δήμων παραμένουν «ελαχιστότατα», γύρω στα 240 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων περίπου 120 εκατ. ευρώ αντιστοιχούν σε «πραγματική» ληξιπρόθεσμη οφειλή.
Έντονη συζήτηση προκάλεσε ο πίνακας με τα 8,5 δισ. ευρώ των «παρακρατηθέντων», σύμφωνα με την πλήρη εφαρμογή του νόμου 3852/2010. Ο κ. Μουρατόγλου εξέφρασε προβληματισμό για την πολιτική χρησιμότητα της συνεχούς επανάληψης αυτού του αριθμού, υποστηρίζοντας ότι ο νόμος δεν εφαρμόστηκε ποτέ πλήρως. Πρότεινε τη διεξαγωγή εσωτερικής μελέτης από την ΕΕΤΑΑ για τον προσδιορισμό του «πραγματικού παραδεκτού κόστους» μιας σύγχρονης αυτοδιοίκησης. Παρά τις διαφορετικές οπτικές, ο κ. Μουρατόγλου ξεκαθάρισε ότι η ΚΕΔΕ διαφωνεί με την αποτύπωση των πόρων και απορρίπτει την πρόταση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2026.
Ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ, κ. Λάζαρος Κυρίζογλου, απαντώντας στην κριτική για «μαξιμαλισμό», τόνισε ότι η ΚΕΔΕ έχει ήδη κάνει βήμα «προσγείωσης», διεκδικώντας «συν 1 δισ. ευρώ». Υπενθύμισε ότι οι πόροι του 2009, αν και υψηλότεροι, αντιστοιχούσαν σε διαφορετικές τιμές κόστους και ανάγκες. Ο κ. Παπαναστασίου πρότεινε την επαναφορά του 8% των εσόδων του κράτους στην Αυτοδιοίκηση, αντί του σημερινού 3,53%, προτείνοντας έναν οδικό χάρτη σταδιακής αύξησης. Ο κ. Σίμος Δανιηλίδης επέκρινε τη μεθοδολογία των συγκρίσεων, τονίζοντας ότι η σωστή βάση είναι το Σύνταγμα, η νομοθεσία και το ευρωπαϊκό κεκτημένο, όπου η Αυτοδιοίκηση διαχειρίζεται περίπου το 40% των δημοσίων πόρων. Υπογράμμισε ότι η απαίτηση εφαρμογής των νόμων δεν είναι μαξιμαλισμός και προειδοποίησε ότι η έναρξη των διεκδικήσεων από τους αριθμούς του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους μετατρέπει τον αγώνα σε «αγώνα οπισθοφυλακής». Ο κ. Δημήτρης Μπίρμπας, από την πλευρά της μειοψηφίας, δήλωσε ότι η παράταξή του εμμένει στις αποφάσεις του συνεδρίου, χαρακτηρίζοντας τις θέσεις της ΚΕΔΕ ως ρεαλιστικές και αναγκαίες, και ζήτησε να αποσαφηνιστεί ότι τα 4,5 δισ. ευρώ αφορούν αποκλειστικά τους δήμους.
Παρά τις διαφορετικές οπτικές, η συζήτηση κατέληξε σε μια κοινή θέση: η ΚΕΔΕ διαφωνεί με την αποτύπωση των πόρων της Αυτοδιοίκησης στον κρατικό προϋπολογισμό του 2026 και απορρίπτει την κυβερνητική πρόταση ως ανεπαρκή. Η ΚΕΔΕ καλείται να επιλέξει ανάμεσα στη γραμμή των «ρεαλιστικών» διεκδικήσεων ή στην «σκληρή» αυτοδιοικητική ανάγνωση του Συντάγματος και των νόμων.