Οικονομική Συνεργασία ως Βατήρας Ειρήνης: Τα «Ανταλλάγματα» της Ουκρανικής Συμφωνίας
Πρόταση για μακροπρόθεσμο σχέδιο οικονομικής συνεργασίας ΗΠΑ-Ρωσίας, με στόχο την αποτροπή νέας σύγκρουσης.
Καθώς οι διπλωμάτες βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις για μια ειρηνευτική συμφωνία στην Ουκρανία, μία σημαντική πτυχή του προσχεδίου λαμβάνει χώρα παρασκηνιακά: η προοπτική «ανταλλαγμάτων» που θα βασίζονται στο άνοιγμα των αμερικανορωσικών επιχειρηματικών σχέσεων. Σύμφωνα με προτάσεις που επεξεργάστηκαν κυρίως ο Κίριλ Ντμιτρίεφ, επικεφαλής ενός κρατικού επενδυτικού ταμείου της Ρωσίας, και ο Αμερικανός απεσταλμένος Στιβ Γουίτκοφ, συζητείται ένα «μακροπρόθεσμο σχέδιο οικονομικής συνεργασίας» μεταξύ των δύο χωρών. Το σχέδιο καλύπτει την ενέργεια, τις σπάνιες γαίες και τα data centers, ενώ προβλέπει τη δημιουργία ενός κοινού επενδυτικού ταμείου. Οι εισηγητές πιστεύουν ότι αυτό θα λειτουργήσει ως «ισχυρό κίνητρο αποτροπής επιστροφής στη σύγκρουση».
Ανάλυση του Bloomberg υποδηλώνει ότι οι δύο άνδρες επιδιώκουν να δημιουργήσουν ισχυρό κίνητρο για την επίτευξη συμφωνίας, με απώτερο σκοπό να διατηρήσουν τον Ντόναλντ Τραμπ δεσμευμένο στη διαδικασία. Ο ρόλος του Αμερικανού προέδρου σε διεθνείς πρωτοβουλίες έχει συχνά συνδυαστεί με εμπορικά σχέδια. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν την εκεχειρία στη Γάζα, είχε περιγράψει το όραμά του για τη μετατροπή της περιοχής σε «μεσογειακή Ριβιέρα», ενώ κατά την προσέγγισή του με τον Κιμ Γιονγκ Ουν, είχε μιλήσει για τις «υπέροχες παραλίες» της Βόρειας Κορέας και τις δυνατότητες ανάπτυξης συγκροτημάτων κατοικιών.
Στο πλαίσιο του υπό διαμόρφωση ειρηνευτικού πλαισίου, αυτή η επιχειρηματική διάσταση φαντάζει, σύμφωνα με τον πρώην επικεφαλής της CIA για την Κεντρική Ευρασία, Ρομπ Ντένενμπεργκ, ως μια υπολογισμένη κίνηση του Βλαντίμιρ Πούτιν και των συνεργατών του, με στόχο να προσελκύσουν το επιχειρηματικό ένστικτο του Τραμπ. «Δεν πιστεύω ότι ο Πούτιν ενδιαφέρεται με ουσιαστικό τρόπο για εμπορικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ», δήλωσε ο Ντένενμπεργκ. «Τον ενδιαφέρουν στο βαθμό που ενδιαφέρουν τον διαπραγματευτικό του συνομιλητή, τον Ντόναλντ Τραμπ».
Ωστόσο, το αρχικό προσχέδιο, συμπεριλαμβανομένων αυτών των επιχειρηματικών προβλέψεων, ενδέχεται να υποστεί αλλαγές, καθώς Αμερικανοί, Ουκρανοί και Ευρωπαίοι διπλωμάτες διαπραγματεύονται μια νέα εκδοχή. Ιδιαίτερα οι Ευρωπαίοι αντιτίθενται στη χρήση ρωσικών παγωμένων περιουσιακών στοιχείων για τη χρηματοδότηση του προτεινόμενου επενδυτικού ταμείου, υποστηρίζοντας ότι τα κεφάλαια πρέπει να κατευθυνθούν αποκλειστικά στην Ουκρανία.
Παρόμοιες ιδέες έχουν εμφανιστεί και στο παρελθόν. Στις αρχές του έτους, η αμερικανική κυβέρνηση είχε ασκήσει πίεση στο Κίεβο να υπογράψει συμφωνία για δικαιώματα εξόρυξης ορυκτών, θεωρώντας την ως μορφή εγγύησης ασφαλείας. Ωστόσο, αυτό το σχέδιο έχει αποσυρθεί από τη δημόσια συζήτηση.
Ερωτηθείσα σχετικά με τις επιχειρηματικές πτυχές της τρέχουσας πρότασης, η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Άννα Κέλι, παρέπεμψε στις δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, στη Γενεύη. Ο Ρούμπιο χαρακτήρισε το κείμενο «ζωντανό, εξελισσόμενο έγγραφο», σημειώνοντας την πρόοδο που έχει σημειωθεί, χωρίς να εισέλθει σε λεπτομέρειες.
Στη ρωσική πλευρά, έχουν διατυπωθεί ποικίλες ιδέες, όπως μια εξαιρετικά αμφίβολη πρόταση του Ντμιτρίεφ για την κατασκευή σήραγγας κάτω από τον Βερίγγειο πορθμό από τον Έλον Μασκ. Ακόμη και αν υπάρξει τελική συμφωνία και ο Πούτιν την αποδεχθεί, ένα νέο κεφάλαιο αμερικανορωσικής οικονομικής συνεργασίας θα παραμείνει δύσβατο. Οι εμπορικοί δεσμοί μεταξύ των δύο χωρών υπήρξαν πάντα περιορισμένοι· το 2023, οι συναλλαγές ανήλθαν μόλις στα 4,4 δισ. δολάρια, και ακόμη και πριν από τις εισβολές του 2014 και του 2022, η Ρωσία δεν συγκαταλεγόταν στους 15 πρώτους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ.
Μετά από μια δεκαετία έντονων κυρώσεων, οι αμερικανικές επιχειρήσεις θα αντιμετώπιζαν σημαντικούς κινδύνους στη ρωσική αγορά. Επιπλέον, ο Τραμπ δεν μπορεί να εγγυηθεί την άρση κυρώσεων χωρίς την έγκριση του Κογκρέσου, όπως υπενθύμισε η γερουσιαστής Ελίζαμπεθ Γουόρεν. Ακόμη και εάν ο πόλεμος λήξει, η σχέση θα μπορούσε εύκολα να επιδεινωθεί ξανά.
Οι περισσότερες δυτικές εταιρείες εμφανίζονται απρόθυμες να επιστρέψουν στη Ρωσία, ενώ και το Κρεμλίνο δείχνει να μην επιθυμεί την επιστροφή τους. Παράλληλα, ορισμένες επιχειρήσεις εξακολουθούν να προσπαθούν να αποχωρήσουν, καθώς η Μόσχα έχει επιβάλει περιορισμούς στις εξόδους ξένων εταιρειών. Ο Πούτιν έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα υπάρξει «κόκκινο χαλί» για δυτικούς ομίλους στο μέλλον.
Παρά τις αντιξοότητες, η Ρωσία βλέπει ευκαιρίες σε μια πιθανή επιχειρηματική προσέγγιση με τις ΗΠΑ, ιδίως σε τομείς όπως η ανάπτυξη πόρων στην Αρκτική και η τεχνητή νοημοσύνη — κρίσιμα πεδία για τη μακροπρόθεσμη οικονομική της στρατηγική. Όπως επισημαίνει ο Τόμας Γκράχαμ από το Council on Foreign Relations, πρόκειται για τομείς «όπου οι ΗΠΑ διαθέτουν σημαντική τεχνογνωσία και όπου η Ρωσία επιθυμεί πρόσβαση».
Το ενδεχόμενο οικονομικής συνεργασίας δεν φαίνεται να αλλάζει τους όρους με τους οποίους η Μόσχα προσεγγίζει τον τερματισμό του πολέμου. Ωστόσο, αυτό δεν εμποδίζει τον Τραμπ να εκφράζει τις δικές του προσδοκίες. «Νομίζω ότι θέλει να έρθει σε συνεργασία και να κάνει εμπόριο μαζί μας — να βγάλει πολλά χρήματα για τη Ρωσία», δήλωσε για τον Πούτιν σε πρόσφατη συνέντευξή του στο CBS. «Και θεωρώ ότι αυτό είναι καλό. Αυτό μου αρέσει».