Τα ελληνικά νοσοκομεία δεν είναι ασφαλή – Λοιμώξεις του αναπνευστικού και ανθεκτικά μικρόβια οι εχθροί τους
Οι λοιμώξεις του αναπνευστικού θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη από όλους μας και κυρίως από τις ευπαθείς ομάδες, προειδοποιούν επιστήμονες.
Στις 21 Νοεμβρίου, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) δημοσίευσε πορίσματα από την επίσκεψη κλιμακίου του τον περασμένο Απρίλιο στα ελληνικά νοσοκομεία. Η έκθεση γράφει ξεκάθαρα πως τα ελληνικά νοσοκομεία πλέον δεν είναι ασφαλή για τους ασθενείς, εξαιτίας της υψηλής συχνότητας λοιμώξεων από ανθεκτικά μικρόβια.
Τα συμπεράσματα ευθυγραμμίζονται με τα αποτελέσματα του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος REVERSE, που συνέκρινε νοσοκομεία της Ελλάδας, της Ρουμανίας, της Ισπανίας και της Ιταλίας, διαπιστώνοντας ότι η συχνότητα ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων στη χώρα μας είναι παρόμοια με της Ρουμανίας και πολλαπλάσια από τις δύο χώρες της Δυτικής Μεσογείου.
Κάθε χρόνο καταγράφονται 112.000 ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις από πολυανθεκτικά μικρόβια στην Ελλάδα.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής και πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας, Στυλιανός Λουκίδης, είπε ότι στην Ελλάδα υπάρχει μια περίοδος που ξεκινάει λίγο πριν τις γιορτές περίπου στις 15 Δεκεμβρίου και τελειώνει στις αρχές του Μαρτίου, όπου φαίνεται ότι ενδημικά υπάρχει έξαρση των ιογενών λοιμώξεων από το κοινό κρυολόγημα μέχρι την πνευμονία.
Οι πιο γνωστές και δυνητικά επικίνδυνες λοιμώξεις του αναπνευστικού αφορούν τη γρίπη, τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό (RSV), την Covid-19, καθώς και άλλους ιούς που σίγουρα υπάρχουν σήμερα και κυκλοφορούν κατά τη διάρκεια των επιδημικών εξάρσεων.
Οι άνθρωποι οι οποίοι είναι πιο επιρρεπείς όχι μόνο για τις προσβολή από τις λοιμώξεις αλλά και για την πιθανή εξέλιξη σε σοβαρή νόσο είναι οι άνθρωποι με χαμηλή άμυνα του οργανισμού, οι λεγόμενοι ανοσοκατασταλμένοι, οι άνθρωποι που είναι πάνω από 65 ετών, αυτοί που έχουν σημαντικές συν-νοσηρότητες, όπως καρδιαγγειακά νοσήματα, χρόνια αναπνευστικά νοσήματα, σακχαρώδης διαβήτης» επισημαίνει
Ερωτηθείς ο κ. Λουκίδης με ποια εμβόλια θα μπορούσε κάποιος να προφυλαχθεί και ποια είναι η ποσοστιαία προστασία που προσφέρουν για να μην μολυνθεί από τις ιογενείς λοιμώξεις ανέφερε:
«Αυτά τα εμβόλια είναι το εμβόλιο κατά της γρίπης, το εμβόλιο κατά του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού, το επικαιροποιημένο εμβόλιο κατά της Covid-19, ενώ ανεξάρτητα από την εποχή θα πρέπει να έχει εμβολιαστεί απέναντι στον πνευμονιόκοκκο και στον έρπητα ζωστήρα.
Η προστασία με βάση τα ποσοστά που υπάρχουν στη βιβλιογραφία είναι για τη γρίπη κοντά στο 35%, για τον πνευμονιόκοκκο κοντά στο 45%, για την Covid-19 από ό,τι φαίνεται με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν από πρόσφατη βιβλιογραφική άποψη που αφορά το νότιο ημισφαίριο αγγίζουν το 60% στο πρώτο τετράμηνο, ενώ για τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό τα στοιχεία είναι πολύ πρώιμα αλλά φαίνεται ότι η προστασία απέναντι στη σοβαρή νόσο μπορεί να αγγίζει και το 90%».
«Είναι σίγουρο ότι μετά τις 15-20 Δεκεμβρίου θα έχουμε πάλι μια αύξηση των περιπτώσεων η οποία σίγουρα θα έχει επίπτωση στις νοσηλείες και στη χρήση των δομών υγείας. Πρέπει επίσης να παραδεχτούμε ότι σε αυτή τη φάση έχουμε μια πάρα πολύ μικρή εμβολιαστική κάλυψη».
Η καλή υγιεινή, η έγκαιρη αναγνώριση της λοίμωξης, η έγκαιρη χορήγηση αντιιικών φαρμάκων στις ομάδες εκείνες που κινδυνεύουν για σοβαρή νόσο, καθώς και ο εμβολιασμούς των ανθρώπων εκείνων που έχουν οριστεί διεθνώς ότι είναι πιο ευάλωτοι στην εξέλιξη της νόσου σε σοβαρή μορφή, είναι τα μέτρα εκείνα που θα μειώσουν και την πίεση στο σύστημα υγείας αλλά και τη νοσηρότητα και θνητότητα από τη νόσο, επισήμανε.
Διαβάστε ΕΔΩ περισσότερες ειδήσεις