Ενημέρωση με ένα κλικ

Σε κατάσταση σοκ τα Γρεβενά για τον 46χρόνο «εραστή» και την 12χρονη

Ο κόσμος που κατευθύνεται από την κεντρική πλατεία των Γρεβενών στα δικαστήρια της πόλης δεν έχει ηλικία, ούτε πρόσωπο. Και τα δύο μοιάζουν ακαθόριστα μέσα στη δίνη ενός θυμού που επαναλαμβάνεται σχεδόν ρυθμικά από κινήσεις και λόγια: «Κάθαρμα! Βρώμα! Να τους κρεμάσετε και τους δύο, κατέστρεψαν ένα παιδί και ξεφτίλισαν το χωριό μας!».

Πηγή: protothema.gr

Ανάμεσα στον όχλο που καταριέται, μια γυναίκα βαδίζει σιωπηλά. Πού και πού φέρνει στα χείλη της ένα μπουκάλι με νερό, το οποίο θαρρείς πως γίνεται ένα με τα δάκρυά της. Κάποιοι την αγκαλιάζουν σφιχτά, τίποτα δεν της λένε, τίποτα δεν μπορούν να της πουν. Εχει πονέσει πολύ, τα παρήγορα λόγια ηχούν σαν αντίλαλος βουβής συμπαράστασης, ένα βήμα ακόμα και μετά μια πρόταση: «Τα παιδιά του αδελφού μου… Τι θα γίνουν τα παιδιά;». Το πλήθος σωπαίνει, για κλάσματα δευτερολέπτου μια νεκρική σιγή απλώνεται στην πόλη. Υστερα το μένος υψώνεται σαν σύννεφο, προάγγελος μιας καταιγίδας που θα κοπάσει μόνο όταν πέσει άπλετο φως πάνω σε μνήμες, εικόνες και μυστικά…

Φέρνει στα χείλη του μια κούπα με καφέ «πικρό, όπως κι αυτά που θα ακούσεις». Ο άνδρας που στέκει απέναντί μου, γέννημα θρέμμα κάποιου χωριού των Γρεβενών, ξεκινά να μιλά με το πρόσωπο κρυμμένο στις παλάμες. Είναι συγκλονιστικό πόσο τσακισμένοι μοιάζουν από τα κακά μαντάτα οι αγνοί, μπεσαλήδες και περήφανοι για την ποντιακή ράτσα τους άνθρωποι που κατοικούν «μια ολόκληρη ζωή» λίγα χιλιόμετρα έξω από τα Γρεβενά. Λες και η ντροπή του άλλου είναι υπόθεση προσωπική, λες και τα τέρατα αποτελούν γεννήματα οποιασδήποτε άλλης γης πέρα από τη δική τους: «Οχι. Δεν πέσαμε απλώς από τα σύννεφα. Την περασμένη Τετάρτη μας έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι. Το δικό μας μυαλό δεν χωρά τέτοιες ανωμαλίες, δεν τις καταλαβαίνει, δεν τις συγχωρεί», λέει πίνοντας μια γουλιά καφέ και συνεχίζει: «Ηταν γύρω στις 11 το βράδυ όταν η Αστυνομία στάθηκε για μερικά δευτερόλεπτα έξω από το σπίτι του Γ. στο… Στον πρώτο όροφο, ο πατέρας του χάζευε μπροστά στην τηλεόραση, στον δεύτερο, ο Γ. εγκληματούσε πάνω σ’ ένα 12χρονο παιδί. Οι αστυνομικοί ανέβηκαν αθόρυβα από την εξωτερική σκάλα και σχεδόν ακαριαία έσπασαν την πόρτα του σπιτιού. Αυτό που αντίκρισαν ήταν πέρα από κάθε λογική. Ο 46χρονος Γ. φορούσε μόνο το εσώρουχό του και δίπλα του έστεκε γυμνό και σοκαρισμένο ένα 12χρονο κοριτσάκι. Μέχρι να βγουν από το σπίτι, το νέο είχε ταξιδέψει σε όλο το χωριό. Ολοι κατάλαβαν ποιο ήταν το παιδί και κυρίως ποια ήταν η μάνα του παιδιού. Πώς μπόρεσαν να κάνουν αυτό το κακό σ’ ένα μικρό παιδί;».

Μαγκιά και υποκρισία

Το βράδυ εκείνο δεν κοιμάται κανείς. Πίσω από κλειστές πόρτες και σφραγισμένα παράθυρα τα στόματα μιλούν για τον «άτακτο» συγχωριανό τους, για «τη διχασμένη ταυτότητα μιας άθλιας ύπαρξης. Ετσι είπαμε για εκείνον όταν το μάθαμε», λέει ο συνομιλητής μου και συνεχίζει: «Τον θυμάμαι πριν από κάνα μήνα να κάθεται στο καφενείο του χωριού και να λέει όλο μαγκιά: “Εχω μια κόρη κούκλα κι όποιος τολμήσει να μου την πειράξει θα τον σκοτώσω”… Πού να φανταστούμε τότε ότι τα βράδια ξαπλώνει μ’ ένα κορίτσι στην ηλικία της κόρης του, η οποία ήταν και φίλη της κόρης του! Πόση υποκρισία, πόση αρρώστια! Την επομένη της σύλληψής του οι δικοί του έλεγαν ότι εκείνο το βράδυ μέσα στο σπίτι ήταν και η μητέρα του παιδιού και ότι δεν είχε γίνει κάτι κακό. Πως όλα αυτά είναι ψέματα, ο Γ. είναι καθαρός και η μικρή και η μάνα της φταίνε για όλα. Οτι το παιδί τον ερωτεύτηκε, ήθελε να τον παντρευτεί και αν δεν το κατάφερνε… θα αυτοκτονούσε. Και εκείνος; Εκείνος ενέδωσε στις σεξουαλικές ορέξεις της ανήλικης φοβούμενος τα χειρότερα; Ετσι αθώος παρουσιαζόταν και ο ίδιος στο χωριό όλα αυτά τα χρόνια. Παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών, ο γιος του μόλις απολύθηκε από τον Στρατό και η κόρη του είναι 12 ετών, ήθελε να μοστράρει στον τόπο μας το πρόσωπο του καλού οικογενειάρχη. Πολλοί είναι αυτοί που τον είχαν δει να τριγυρνάει εδώ και αρκετά χρόνια σε περίεργα μέρη και περίεργες ώρες με μια γυναίκα, την Ε. Μια χήρα με δύο κόρες από διπλανό χωριό. Κανείς ωστόσο δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα ξάπλωνε στο κρεβάτι όχι μόνο με εκείνη, αλλά και με τη 12χρονη κόρη της».

Νυχτοπερπατήματα

Στάση σε ένα μικρό χωριό μισή ώρα μακριά από το σπίτι του δράστη. Εδώ οι άνθρωποι είναι παγωμένοι, κανείς δεν μπορεί να πιστέψει πώς μια μάνα μπορεί να κάνει κάτι τόσο φρικιαστικό στο ίδιο της το παιδί. Οι μνήμες τους για εκείνη δεν είναι πολλές, καθώς «εκείνη ήρθε νύφη στο χωριό μας από άλλο χωριό και δεν είχε πολλά πάρε δώσε με τους κατοίκους». «Απόμακρη», «περίεργη» και «μυστικοπαθής» είναι κάποια από τα επίθετα που συντροφεύουν το όνομά της στους δρόμους του χωριού. Ενα πλάσμα ακριβώς αντίθετο από «τον λεβέντη» που παντρεύτηκε πριν από πολλά χρόνια.

«Τη θυμάμαι από τα πρώτα χρόνια που πάτησε το πόδι της εδώ ως νύφη», λέει κάτοικος του χωριού και συνεχίζει: «Εκείνος ήταν ένα παλικάρι που λάτρευε την οικογένειά του, κτηνοτρόφος, δουλευταράς και καλόκαρδος. Μαζί απέκτησαν δύο κόρες, 12 και 9 ετών σήμερα, και τίποτε εκείνα τα χρόνια δεν προμήνυε τη δυστυχία αυτών των δύο παιδιών. Δυστυχώς, πριν από τρία χρόνια εκείνος έφυγε από τη ζωή νικημένος από τον καρκίνο και τότε ξεκίνησαν όλα. Η χήρα του άρχισε να κάνει στενή παρέα με έναν άντρα από γειτονικό χωριό. Ολοι υποψιαζόμασταν ότι μεταξύ τους υπάρχει κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή φιλία. Την είχαμε πάρει όλοι χαμπάρι. Πολύ συχνά, ιδίως τις βραδινές ώρες, έβγαινε έξω παίρνοντας μαζί της και το παιδί, τη μεγάλη της κόρη, την οποία έκρυβε ξαπλωμένη στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. Κάποιοι κατάλαβαν ότι κάτι άσχημο πρέπει να συμβαίνει και πριν από περίπου έξι μήνες έγινε καταγγελία στην Αστυνομία και ξεκίνησε μια αθόρυβη παρακολούθηση. Οχι. Η Ε. εδώ στο χωριό δεν είχε φιλίες και από τότε που πέθανε ο άντρας της έκοψε κάθε σχέση με την οικογένειά του. Την αδελφή του, μια χρυσή γυναίκα, δεν ήθελε να τη βλέπει ούτε ζωγραφιστή και κατάφερε να ποτίσει και τα παιδιά με δηλητήριο απέναντι στο πρόσωπο της θείας τους».

«Τα παιδιά και τα μάτια σου»

Η φωνή της θείας των παιδιών σπάει αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μας. Οχι από λυγμούς, αλλά από ένα επαναλαμβανόμενο «πείτε μου ότι είναι ψέμα…». Κι ύστερα, σε μικρές, αργόσυρτες προτάσεις συμπυκνώνει όλη την ιστορία μιας οικογενειακής σχέσης που την πόνεσε και την πονά βαθιά. «Πάντα φοβόμουν για τα παιδιά του αδελφού μου. Θυμάμαι τα τελευταία λόγια του και σπαράζει η καρδιά μου. “Αδελφή, τα παιδιά μου και τα μάτια σου, δεν της έχω εμπιστοσύνη”, μου είχε πει λίγο προτού κλείσει τα μάτια του», λέει και συνεχίζει: «Είχαν ακουστεί πολλά για εκείνη, ακόμη και την περίοδο που ήταν με τον αδελφό μου, αλλά δεν μου άρεσε να δίνω σημασία στα λόγια του κόσμου, ούτε να επεμβαίνω σε οικογένειες.

Οταν ο αδελφός μου έφυγε από τη ζωή πήγαινα στο σπίτι να δω τα παιδιά και εκείνη μου έκλεινε την πόρτα. Ούτε μία φορά δεν μου είπε: “Πέρασε μέσα”. Μία φορά που τόλμησα να της πω ότι έχω δικαίωμα ως θεία να τα βλέπω, μου απάντησε: “Να είσαι δύο μέτρα μακριά από τα παιδιά μου γιατί μου δημιουργείς πρόβλημα”… Μέχρι να πεθάνει ο αδελφός μου, εκείνη με ανεχόταν, ύστερα έκοψε κάθε επαφή. Εβλεπα τα παιδιά από μακριά και σπάραζε η ψυχή μου, κατάπινα τη συμπεριφορά της για να μπορώ να τους λέω έστω μια καλημέρα. Δυστυχώς, ζω στο χωριό του δράστη και γνώριζα για τη σχέση τους. Ολοι εδώ το γνώριζαν. Κανείς μας, όμως, δεν μπορούσε να φανταστεί αυτό που επέτρεπε η μάνα να γίνεται πάνω στο ανήλικο κορμάκι ενός παιδιού.

Για τα παιδιά εγώ σήμερα είμαι κόκκινο πανί. Τα έχει ποτίσει με τόσο μίσος για την οικογένεια του πατέρα τους που δεν ξέρω αν θα καταφέρω ποτέ να τους δείξω πόσο τα νοιάζομαι και πόσο τα αγαπώ. Θέλω να ξέρουν ότι η πόρτα μου είναι πάντα ανοιχτή για εκείνα και πως τα αγαπώ πολύ. Είναι κομμάτι του αδελφού μου και θα είμαι πάντα εδώ για εκείνα».

Η απέναντι όχθη

Για έναν άρρωστο άνθρωπο με πέντε μπαϊπάς, χωρίς συνείδηση κατά τη στιγμή της σύλληψής του εξαιτίας της κατανάλωσης μεγάλης ποσότητας αλκοόλ, κάνει λόγο η αντίθετη πλευρά μέσω των συνηγόρων υπεράσπισης της 42χρονης «μάνας» και του 46χρονου δράστη.

Οι ίδιες πηγές υποστηρίζουν ότι ανάμεσα στη 12χρονη και τον 46χρονο αρχικά είχε αναπτυχθεί μια σχέση «πατρικής στοργής» η οποία εξελίχθηκε σε ερωτική. Πως μετά τον θάνατο του συζύγου της η «μάνα» βρήκε καταφύγιο συμπαράστασης στο πρόσωπο του 46χρονου με τον οποίο διατηρούσε φιλικές σχέσεις και ότι η 12χρονη κόρη της την πίεζε για συναντήσεις, με φράσεις του στυλ «μαμά, θέλω να τον βλέπω».

Πως η «μάνα» το βράδυ της περασμένης Τετάρτης δεν βρισκόταν στο σπίτι του δράστη μαζί με την κόρη της, αλλά στο σπίτι της όταν αστυνομικοί τής χτύπησαν την πόρτα ρωτώντας τη: «Ξέρεις πού είναι η κόρη σου;». Η απάντηση ήταν «ναι», αφού η ίδια είχε οδηγήσει εκείνη την ημέρα την κόρη της, ένα 12χρονο παιδί, στο σπίτι του 46χρονου. Σήμερα τόσο η ίδια όσο και ο 46χρονος δηλώνουν μετάνοια και ζητούν συγχώρεση μέσα από τις Φυλακές Κορυδαλλού και Φελλίου Γρεβενών.

Get real time updates directly on you device, subscribe now.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει
WP2Social Auto Publish Powered By : XYZScripts.com