Μαραθώνιος Αντοχής και Απελπισίας: «Σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν» στο θέατρο Εν Αθήναις
Μια συγκλονιστική σκηνική μεταφορά της νουβέλας του Horace McCoy, που εξερευνά την ανθρώπινη αδυναμία και την εκμετάλλευση σε μια Αμερική βυθισμένη στην κρίση.
Ο Δημήτρης Καρατζιάς και ο Μάνος Αντωνιάδης παρουσιάζουν τη συγκλονιστική, βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, νουβέλα του Horace McCoy, «Σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν» (They Shoot Horses, Don’t They;), στη σκηνή του θεάτρου Εν Αθήναις, στην Γκάζι, από το Σάββατο 06 Δεκεμβρίου, με παραστάσεις κάθε Σάββατο και Κυριακή στις 20:30.
Το έργο μας μεταφέρει στο 1932, στην «Αμερική της Μεγάλης Ύφεσης». Σε μια αποβάθρα αναψυχής στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρφορνια, δίπλα στο Χόλιγουντ, ξεκινά ένας ακόμη «μαραθώνιος χορού». Δεκάδες νέοι, θύματα της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα, άνεργοι και άστεγοι, προσπαθούν να διεκδικήσουν μια καλύτερη ζωή. Κίνητρο είναι όχι μόνο το μεγάλο χρηματικό έπαθλο, αλλά και η δωρεάν διαμονή και διατροφή καθ’ όλη τη διάρκεια του διαγωνισμού, με την ελπίδα ενός καλύτερου μέλλοντος, μιας πιο ανθρώπινης ζωής, ή ακόμη και μιας καριέρας στον κινηματογράφο – του ίδιου του Αμερικάνικου ονείρου.
Οι κανόνες του μαραθωνίου είναι αδυσώπητοι: οι διαγωνιζόμενοι πρέπει να παραμείνουν όρθιοι, χορεύοντας αδιάκοπα, με ελάχιστα διαλείμματα, για μέρες, εβδομάδες, μήνες, μέχρι την τελική κατάρρευση. Νικητής αναδεικνύεται το τελευταίο ζευγάρι που θα καταφέρει να παραμείνει όρθιο. Για 52 ημέρες, παρακολουθούμε τις ιστορίες δώδεκα συμμετεχόντων και των διοργανωτών, αντικρίζοντας αφενός τις ζωές, τα όνειρα, τις ελπίδες, τις προσπάθειες και τις αποτυχίες τους, και αφετέρου την εκμετάλλευση της ανθρώπινης ανάγκης, την εξαθλίωση ως μορφή ψυχαγωγίας και την απελπισία ως θέαμα. Άνθρωποι ωθούνται στα σωματικά και ψυχικά τους όρια προς τέρψιν του κοινού.
Ποιος θα επικρατήσει σε αυτόν τον μαραθώνιο, που μετατρέπεται σταδιακά σε έναν σκληρό διαγωνισμό αντοχής, ένα απάνθρωπο «Freak Show» που καταπατά την αξιοπρέπεια, τη συμπόνια και τον συναισθηματισμό, χλευάζοντας την ίδια την ανθρώπινη φύση; Όλα επιτρέπονται, αρκεί να προσελκύονται συνεχώς περισσότεροι θεατές, οι οποίοι γίνονται συμμέτοχοι στο θέαμα, διψώντας για την πτώση των χορευτών, ανακουφισμένοι που οι ίδιοι παραμένουν θεατές και όχι διαγωνιζόμενοι σε αυτό το σκληρό παιχνίδι επιβίωσης.
Το έργο «They Shoot Horses, Don’t They;» έχει μεταφερθεί και στον κινηματογράφο από τον Sydney Pollack, με πρωταγωνιστές τους Jane Fonda, Gin Young, Michael Sarrazin, Susannah York, κ.α., έχοντας αποσπάσει 25 υποψηφιότητες και 11 βραβεία στα Oscar, Bafta, Golden Globes.
Η «Μεγάλη Ύφεση» στην Αμερική (1929–1939) αποτελεί μια δεκαετία βαθιάς οικονομικής εξαθλίωσης, φτώχειας, ανεργίας και κοινωνικής απόγνωσης. Μετά το Χρηματιστηριακό Κραχ του 1929, εκατοντάδες τράπεζες χρεοκόπησαν, εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τις αποταμιεύσεις τους, χιλιάδες επιχειρήσεις έκλεισαν και βιομηχανίες σταμάτησαν την παραγωγή. Παράλληλα, οι αγρότες εξαθλιώθηκαν, οι μισθοί μειώθηκαν στο μισό και η ανεργία έφτασε στο 25%. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι μετακινούνταν από πόλη σε πόλη αναζητώντας εργασία, ζώντας σε παραγκουπόλεις και αντιμετωπίζοντας τον υποσιτισμό. Θεωρείται η πιο σκοτεινή περίοδος της αμερικανικής ιστορίας του 20ού αιώνα.
Οι «Μαραθώνιοι Χορού» ήταν διαγωνισμοί αντοχής της δεκαετίας του 1920, όπου ζευγάρια χόρευαν ασταμάτητα, με ελάχιστα διαλείμματα, για εβδομάδες, ακόμη και μήνες, με στόχο να είναι οι τελευταίοι που θα παραμείνουν όρθιοι για να κερδίσουν το χρηματικό έπαθλο. Μετά το Κραχ του 1929, οι επιχειρηματίες εκμεταλλεύτηκαν την οικονομική κρίση, μετατρέποντας αυτούς τους χορούς σε κερδοφόρες επιχειρήσεις, προσφέροντας δωρεάν διαμονή, φαγητό και ιατρική περίθαλψη σε ανέργους και φτωχούς. Η προσέλκυση χορηγών, που διαφήμιζαν τα προϊόντα τους, αύξανε την επιθυμία συμμετοχής, καθώς ελάχιστοι είχαν τη δυνατότητα για τόσο πλούσια διατροφή. Το κοινό, που λάτρευε τα θεάματα, πλήρωνε εισιτήριο για να παρακολουθήσει αυτά τα σκληρά show, που συνδύαζαν χορό, μουσική και τραγούδι με το δράμα των συμμετεχόντων, οι οποίοι έφταναν στα όρια της κατάρρευσης, συχνά τραυματισμένοι, λιπόθυμοι, ή ακόμη και νεκροί. Σήμερα, θεωρούνται ένα από τα πιο σκοτεινά θεάματα της αμερικανικής λαϊκής κουλτούρας.
Παίζουν: Νίκος Ιωαννίδης, Γιώργος Σεϊταρίδης, Τριανταφυλλιά Ταμπαλιάκη, Ορνέλα Λούτη, Δήμητρα Κολλά, Νικόλας Μπράβος, Στέφανος Κακαβούλης, Χριστίνα Σαμπανίκου, Σωτήρης Μεντζέλος, Αντώνης Αντωνίου, Θάνος Κρομμύδας, Αγάπη Παπαθανασιάδου, Ευάγγελος Ανδρέας Εμμανουήλ, Όλγα Θανασιά, Αλεξάνδρα Γαϊδατζή, Παρασκευή Αλίρη και η Γιάννα Σταυράκη.
Συγγραφέας: Horace McCoy
Μετάφραση, διασκευή: Δημήτρης Καρατζιάς – Μάνος Αντωνιάδης
Σκηνοθεσία, δραματουργική επεξεργασία: Δημήτρης Καρατζιάς
Πρωτότυπη μουσική / Ηχητικό τοπίο / Τραγούδια – Στίχοι: Μάνος Αντωνιάδης
Σκηνικά – Κοστούμια: Γιώργος Λυντζέρης
Σχεδιασμός φωτισμών: Βαγγέλης Μούντριχας – Σεμίνα Παπαλεξανδροπούλου
Χορογράφος: Ναταλία Βαγενά
Φωτογραφίες promotion: Νίκος Ζαχαρόπουλος
Βοηθός Φωτογράφου: Όλγα Ανδιάρη
Φωτογραφίες παράστασης: Χριστίνα Φυλακτοπούλου
Αφίσα: Γιάννης Κεντρωτάς
Trailer : ORKI Productions
Βοηθοί Σκηνοθέτη: Λάμπρος Τζώρας, Ελένη Μαζνώκη
Κατασκευή μάσκας: Ελένη Σουμή
Μοδίστρα: Trungel -Nagy Mònika
Εκτυπώσεις / Στάμπες: NtsPrints
Πρόγραμμα παράστασης / κείμενο: Εκδόσεις Αιγόκερως
Επικοινωνία / Προώθηση παράστασης: Νταίζη Λεμπέση
Οργάνωση παραγωγής: Δήμητρα Γεωργοπούλου
Παραγωγή: ΤΕΑΜ VAULT ΑΜΚΕ
Η παράσταση είναι ακατάλληλη για ανηλίκους (σκληρό λεξιλόγιο, γυμνό, σκηνές βίας και ερωτικές σκηνές).
Θερμές ευχαριστίες για την πολύτιμη βοήθεια στους: Βίκυ Σδούγκου (Βεστιάριο Gardaroba), Γιάννη Οικονομίδη (παντομίμα), Γιώργο Νικολαΐδη (κομμώσεις), Κατερίνα Καρατζιά (μακιγιάζ).