Ρωσία: Οι δισεκατομμυριούχοι σε ιστορικό υψηλό παρά τον πόλεμο, αλλά χωρίς πολιτική επιρροή
Η στρατηγική του Κρεμλίνου έχει μετατρέψει τους πλουσιότερους Ρώσους σε σιωπηλούς υποστηρικτές, απογυμνωμένους από την παλιά τους ισχύ.
Παρά τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις επιβαλλόμενες δυτικές κυρώσεις, ο αριθμός των δισεκατομμυριούχων στη Ρωσία έχει φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ, όπως παρατηρεί το BBC. Ωστόσο, στα 25 χρόνια διακυβέρνησης του Βλαντίμιρ Πούτιν, οι πλουσιότεροι πολίτες της χώρας έχουν χάσει σχεδόν ολοκληρωτικά την πολιτική τους επιρροή, μεταμορφωμένοι σε σιωπηλούς και απόλυτα ελεγχόμενους υποστηρικτές του Κρεμλίνου.
Στην πορεία της προεδρίας του Πούτιν, οι Ρώσοι ολιγάρχες έχουν απολέσει σε μεγάλο βαθμό την εξουσία που κάποτε διέθεταν στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Για τον Ρώσο πρόεδρο, αυτή η εξέλιξη αποτελεί σημαντική επιτυχία. Οι δυτικές κυρώσεις απέτυχαν να μετατρέψουν τους εξαιρετικά εύπορους συμπατριώτες του σε αντιπάλους του καθεστώτος, ενώ η πολιτική «καρότου και μαστιγίου» τους έχει ωθήσει σε μια στάση σιωπηρής στήριξης.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο πρώην τραπεζικός δισεκατομμυριούχος Όλεγκ Τίνκοφ. Λίγες μόλις ημέρες αφότου χαρακτήρισε τον πόλεμο «τρελό» σε ανάρτησή του στο Instagram, στελέχη της εταιρείας του δέχθηκαν τηλεφώνημα από το Κρεμλίνο. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: εάν η Tinkoff Bank, τότε η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ρωσίας, δεν διέκοπτε κάθε δεσμό με τον ιδρυτή της, θα περνούσε σε κρατικό έλεγχο.
«Δεν μπορούσα να διαπραγματευτώ την τιμή. Ήμουν σαν όμηρος – έπρεπε να πάρω αυτό που μου προσέφεραν. Δεν είχα καμία διαπραγματευτική δύναμη», δήλωσε ο Τίνκοφ στους New York Times. Λίγο αργότερα, μια εταιρεία που συνδέεται με τον Βλαντίμιρ Ποτάνιν, τον πέμπτο πλουσιότερο άνδρα της Ρωσίας και βασικό προμηθευτή νικελίου για κινητήρες μαχητικών αεροσκαφών, ανακοίνωσε την εξαγορά της τράπεζας. Σύμφωνα με τον Τίνκοφ, η πώληση έγινε στο 3% της πραγματικής της αξίας. Ο ίδιος έχασε σχεδόν εννέα δισεκατομμύρια δολάρια από την περιουσία του και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Ρωσία.
Η σημερινή εικόνα διαφέρει ριζικά από την περίοδο αμέσως μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Τότε, μια ομάδα Ρώσων εκμεταλλεύτηκε τις ευκαιρίες του νεοσύστατου καπιταλισμού, αποκτώντας τεράστιες κρατικές επιχειρήσεις και πλουτίζοντας. Ο πλούτος αυτός αντιστοιχίστηκε με πολιτική επιρροή και ισχύ, γεννώντας το φαινόμενο των ολιγαρχών.
Ο Μπόρις Μπερεζόφσκι, ο ισχυρότερος μεταξύ τους, είχε ισχυριστεί ότι συνέβαλε στην άνοδο του Πούτιν στην προεδρία το 2000. Το 2012, ζήτησε συγγνώμη για αυτήν την επιλογή, γράφοντας ότι δεν είχε προβλέψει «τον μελλοντικό άπληστο τύραννο και σφετεριστή». Ένα χρόνο αργότερα, ο Μπερεζόφσκι βρέθηκε νεκρός υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, εξόριστος στο Ηνωμένο Βασίλειο – μια περίοδο κατά την οποία η ρωσική ολιγαρχία είχε ουσιαστικά εκλείψει.
Όταν, στις 24 Φεβρουαρίου 2022, λίγες ώρες μετά την εντολή για την πλήρους κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία, ο Πούτιν συγκάλεσε τους πλουσιότερους Ρώσους στο Κρεμλίνο, οι παρευρισκόμενοι αντιλήφθηκαν ότι οι περιουσίες τους θα υποστούν ισχυρό πλήγμα. Ωστόσο, οι δυνατότητες αντίδρασης ήταν ελάχιστες. «Ελπίζω ότι σε αυτές τις νέες συνθήκες θα συνεργαστούμε εξίσου καλά και αποτελεσματικά», τους είπε, με έναν δημοσιογράφο που βρισκόταν στη συνάντηση να περιγράφει τους παρευρισκόμενους ως «χλωμούς και άυπνους».
Σύμφωνα με το Forbes, μέσα σε δύο μήνες από τότε, έως τον Απρίλιο του 2022, ο αριθμός των Ρώσων δισεκατομμυριούχων μειώθηκε από 117 σε 83, ως αποτέλεσμα του πολέμου, των κυρώσεων και της πτώσης του ρουβλιού. Συνολικά, έχασαν 263 δισεκατομμύρια δολάρια, που αντιστοιχεί κατά μέσο όρο στο 27% της περιουσίας τους.

