Η αυτοκράτειρα Ελισάβετ και το πάθος της για τα ελληνικά
Το άγνωστο ταξίδι της Σίσυ στην Πελοπόννησο και η αναζήτηση της ελληνικής γλώσσας.
Το φθινόπωρο του 1888, η αυτοκράτειρα της Αυστρίας και βασίλισσα της Ουγγαρίας, Ελισάβετ, γνωστή για το ελεύθερο και ατίθασο πνεύμα της, αποβιβάστηκε στο λιμάνι του Ναυπλίου, αναζητώντας την επαφή με τις αρχαιότητες της περιοχής. Καταλύοντας στο ξενοδοχείο «Μυκήναι», γνώρισε τον Νικόλαο Θερμογιάννη, γιο του ξενοδόχου, ο οποίος επρόκειτο να γίνει ένας από τους δεκάδες καθηγητές ελληνικών που θα απασχολούσαν την αυτοκράτειρα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας που ακολούθησε, μέχρι τη δολοφονία της στη Γενεύη το 1898.
Η αυτοκράτειρα Ελισάβετ, η οποία ασφυκτιούσε εντός των συμβάσεων της αυλής, είχε αναπτύξει ένα βαθύ πάθος για την Ελλάδα, τους αρχαίους και τους σύγχρονους Έλληνες, επιθυμώντας να μάθει τη γλώσσα τους. Λίγο πριν την ανέγερση της εντυπωσιακής έπαυλής της, του Αχιλλείου, στην Κέρκυρα, είχε ήδη ξεκινήσει μαθήματα ελληνικών με τον Κερκυραίο καθηγητή Ιωάννη Ρωμανό, αλλά τελικά προτίμησε την προσωπική επαφή με νεότερους δασκάλους.
Ανάμεσα στους καθηγητές που ανέλαβε η Ελισάβετ ήταν ο καλλίφωνος Frederik Barker, γιος Βρετανού και Σμυρνιάς, τον οποίο γνώρισε στην Αλεξάνδρεια και ο οποίος της τραγουδούσε ελληνικούς σκοπούς. Η αυτοκράτειρα δεν τους αντιμετώπιζε ως τυπικούς δασκάλους, αλλά ως “αναγνώστες” με την παλιά έννοια, ζητώντας τους να της μιλούν και να της απαγγέλλουν ελληνικά κατά τη διάρκεια των καθημερινών της δραστηριοτήτων, όπως η γυμναστική ή οι περίπατοι, ακόμα και όταν οι κυρίες επί των τιμών περιποιούνταν τα μαλλιά της.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία, η Ελισάβετ έμαθε άριστα αρχαία και νέα ελληνικά, φτάνοντας στο σημείο να μεταφράζει ξένα λογοτεχνικά έργα στα ελληνικά. Ο Ρούσος Ρουσόπουλος, ένας από τους δασκάλους της, δεν ανακαλύφθηκε από την ίδια, αλλά προτάθηκε από τη βαρονίσα von Perfall, μια γνωστή υποστηρίκτρια αξιόλογων Ελλήνων, όπως η Αμαλία Κλάους, κόρη του σταφιδέμπορου Γουσταύου Κλάους.
Ωστόσο, η συνεχής παρουσία νεαρών, εναλλασσόμενων δασκάλων της αυτοκράτειρας προκαλούσε ανησυχία στην αυλή, καθώς θεωρούνταν ανεξέλεγκτοι παράγοντες, με πιθανότητα να είναι κατάσκοποι, κάτι που προκαλούσε και υποψίες στον αυτοκράτορα Φραγκίσκο Ιωσήφ Α΄.

