Φόβος και ανάγκη: Πώς η Ρωσία στρατολογεί Ουκρανούς για κατασκοπεία
Η απελπισία των πολιτών ωθεί Ουκρανούς σε δυσμενείς συνεργασίες με το Κρεμλίνο, ενώ ο πόλεμος εισέρχεται στον τέταρτο χρόνο του.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, που διανύει πλέον τον τέταρτο χρόνο του, έχει δημιουργήσει ένα εκρηκτικό μείγμα απελπισίας και ανάγκης, το οποίο, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Politico, αξιοποιεί το Κρεμλίνο για να στρατολογεί Ουκρανούς πολίτες σε ρόλους κατασκόπων και συνεργατών του εχθρού. Λίγες εκατοντάδες γρίβνιες, η εθνική ουκρανική λίρα, και μια αγγελία «εύκολου χρήματος» σε κανάλι του Telegram, αρκούν για να ανοίξουν τον δρόμο σε έναν μηχανισμό ρωσικής διείσδυσης στο εσωτερικό της χώρας.
Στην καρδιά μιας τέτοιας ιστορίας βρίσκονται η 19χρονη Ολένα και ο 22χρονος Μπόγκνταν. Το νεαρό ζευγάρι αντιμετωπίζει κατηγορίες για εσχάτη προδοσία, αποτελώντας μέρος ενός ευρύτερου δικτύου ρωσικής διείσδυσης. Με χειροπέδες και υπό την επιτήρηση πρακτόρων της Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ουκρανίας (SBU), παραδέχονται ότι συνεργάστηκαν με ρωσικά δίκτυα, ελπίζοντας να μειώσουν την ποινή τους από ισόβια σε 15 χρόνια. Η SBU τους κατηγορεί για τοποθέτηση κρυφών καμερών σε αστυνομικό τμήμα και σε σιδηροδρομική γραμμή που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά δυτικών όπλων. Επιπλέον, φέρεται να ετοίμαζαν την αποκάλυψη θέσεων αντιαεροπορικής άμυνας σε περιοχές του Κιέβου και του Τσερνίχιβ, προτού συλληφθούν.
Η πορεία προς τη συνεργασία με τη Μόσχα ξεκίνησε, σύμφωνα με την Ολένα, από μια φαινομενικά αθώα αγγελία στο Telegram με τίτλο «Jobs in Kyiv». Η υπόσχεση για «εύκολες δουλειές» και άμεση πληρωμή φάνηκε δελεαστική σε μια χώρα εξαντλημένη από τον πόλεμο και την ακρίβεια. «Θέλαμε να ζήσουμε μαζί, αλλά ήμασταν χρεωμένοι, δουλεύαμε πολύ και συνεχώς τσακωνόμασταν επειδή δεν είχαμε λεφτά», εξομολογείται ο Μπόγκνταν. Η Ολένα εργαζόταν ως μαγείρισσα σε ταχυφαγείο, 12–16 ώρες την ημέρα για ελάχιστο μισθό, ενώ εκείνος έκανε περιστασιακά μεροκάματα.
Οι αρχικές «αποστολές» ήταν σχετικά ακίνδυνες, όπως η φωτογράφιση ραφιών σε σούπερ μάρκετ και η καταγραφή τιμών. Σταδιακά, όμως, οι εντολές έγιναν πιο επικίνδυνες: η τοποθέτηση κάμερας κοντά σε αστυνομικό τμήμα, σε σιδηροδρομική γραμμή μεταφοράς δυτικών όπλων, και τέλος, η καταγραφή θέσεων αντιαεροπορικής άμυνας στην ευρύτερη περιοχή του Κιέβου. Ο Μπόγκνταν παραδέχεται ότι σύντομα κατάλαβε την εμπλοκή ρωσικών υπηρεσιών, αλλά επέλεξε να «σκέφτεται θετικά» και να μην διακόψει τη συνεργασία, ενώ η Ολένα περιέγραψε τον φόβο που ένιωσαν όταν σκέφτηκαν να σταματήσουν, αισθανόμενοι πως «αυτοί οι τύποι δεν σε αφήνουν να “πηδήξεις από το τρένο” τόσο εύκολα».
Σύμφωνα με ανώνυμο αξιωματούχο της SBU, οι αμοιβές των στρατολογημένων πρακτόρων κυμαίνονταν από μερικές εκατοντάδες έως λίγες χιλιάδες γρίβνιες (8–62 ευρώ) ανά «δουλειά», ανάλογα με τη δυσκολία της αποστολής. Ακόμη και με αυτές τις πληρωμές, το ζευγάρι βρισκόταν σε καθεστώς οικονομικής ασφυξίας. Τα καθήκοντα αυτά, όπως αναφέρεται, είναι κρίσιμα για τη ρωσική πολεμική μηχανή, περιλαμβάνοντας τη φωτογράφιση υποδομών, τη συλλογή πληροφοριών για κινήσεις στρατευμάτων, ακόμη και εμπρησμούς.
Τέσσερα χρόνια μετά την εισβολή, η SBU επισημαίνει ότι η ιδεολογική προσήλωση στη Ρωσία έχει δώσει τη θέση της στην ανάγκη για επιβίωση. Οι περισσότεροι στρατολογημένοι είναι άνθρωποι φτωχοί, απελπισμένοι, χωρίς σταθερό εισόδημα και με χρέη, και όχι απαραίτητα οργανωμένοι ρωσόφιλοι. Τα στοιχεία που παρουσίασε η SBU δείχνουν την έκταση της εσωτερικής απειλής, με πάνω από 24.000 υποθέσεις εγκλημάτων κατά της εθνικής ασφάλειας να έχουν διερευνηθεί από τον Φεβρουάριο του 2022.