Ο «Έλληνας Εσκομπάρ»: Η τριαντάχρονη δράση του αφεντικού της κοκαΐνης
Από την Λατινική Αμερική στην Ευρώπη, η σκιώδης αυτοκρατορία του βαρόνου της ντόπας που ξεγέλασε τις αρχές για δεκαετίες.
Ο «εγκέφαλος» πίσω από την τεράστια εγκληματική οργάνωση διακίνησης κοκαΐνης από τη Λατινική Αμερική προς την Ευρώπη, γνωστός και ως «Έλληνας Εσκομπάρ», αποδεικνύεται ότι ήταν ο «Βίος και Πολιτεία» της παράνομης αυτής δραστηριότητας. Η Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος κατάφερε να ξεσκεπάσει την αυτοκρατορία του, η οποία απλώθηκε για τουλάχιστον τρεις δεκαετίες, μονοπωλώντας το ενδιαφέρον των αμερικανικών διωκτικών Αρχών μέχρι το 2004, όταν τελικά τα συγκεντρωθέντα στοιχεία οδήγησαν στη σύλληψή του.
Ο συλληφθείς, παρότι άγνωστος στο ευρύ κοινό, ήταν παλιά γνώριμος των Αρχών. Ακόμη και πριν την επιτυχημένη σύλληψή του το 2004 στη Στουτγάρδη, μετά τον εντοπισμό του πλοίου Africa 1 με 5,5 τόνους κοκαΐνης, το πρόσωπό του είχε απασχολήσει επανειλημμένα τις διωκτικές αρχές. Ωστόσο, η ικανότητά του να μην αφήνει ίχνη πίσω του του επέτρεπε να ξεφεύγει διαρκώς.
Από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 έως και τη δεκαετία του 2000, οι ελληνικές Αρχές λάμβαναν συχνά πληροφορίες από τις αμερικανικές διωκτικές Υπηρεσίες για τις δραστηριότητές του. Υπήρχαν αναφορές για εμπλοκή σε μεταφορά όπλων προς τους Σαντινίστας της Νικαράγουας, με πληρωμή σε ποσότητες κοκαΐνης. Μετά την ανεξαρτητοποίησή του, ανέλαβε προσωπικά τη μεταφορά κοκαΐνης προς την Ευρώπη, μέσω Αμβέρσας, από τη Λατινική Αμερική, χρησιμοποιώντας ως ενδιάμεσο σταθμό τη Σενεγάλη.
Μια περίπτωση καραβιάς στο Λιτόχωρο το 2002, αν και προσέλκυσε την προσοχή της DEA, δεν απέφερε τότε ενοχοποιητικά στοιχεία, με αποτέλεσμα να παραμείνει ελεύθερος μέχρι τη σύλληψή του δύο χρόνια αργότερα. Ξεκινώντας αρχικά από το λαθρεμπόριο τσιγάρων, δημιούργησε έναν ισχυρό στόλο αλιευτικών σκαφών, με τα οποία πραγματοποιούσε τακτικά «καραβιές» κοκαΐνης, χτίζοντας μια τεράστια περιουσία.
Παράλληλα, δημιούργησε ένα άρτιο «πλυντήριο» για το ξέπλυμα των εκατομμυρίων που αποκόμιζε από το εμπόριο ναρκωτικών. Το ξέπλυμα γινόταν μέσω φιλανθρωπικών δραστηριοτήτων, της αγοράς δύο ποδοσφαιρικών ομάδων στην Πιερία, αλλά και μέσω κερδισμένων δελτίων τυχερών παιγνίων, συνεργαζόμενος με πρακτορεία σε όλη τη χώρα, τα οποία μάλιστα αγόραζε σε διπλάσια τιμή από το αναμενόμενο κέρδος.
Μετά την αποφυλάκισή του πριν περίπου δέκα χρόνια, και έπειτα από μια προσωρινή επανεισαγωγή στη φυλακή με απόφαση του Αρείου Πάγου, αποφυλακίστηκε ξανά πριν περίπου έναν χρόνο. Οι Αρχές, θεωρώντας δεδομένη την επιστροφή του στις κερδοφόρες παράνομες δραστηριότητές του, εκμεταλλευόμενος το εκτεταμένο δίκτυο που είχε αναπτύξει στη Λατινική Αμερική και στην ευρύτερη Ευρώπη, τον είχαν θέσει ξανά υπό στενή παρακολούθηση.