Ποιες μειώσεις φόρων αναστέλλονται και ποιες ρυθμίζονται
Ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός λόγω του κορονοϊού έχει ανατρέψει πλήρως τον προγραμματισμό της κυβέρνησης στο σκέλος του περιορισμού των φορολογικών βαρών. Στη βάση αυτή, καμία μείωση φόρου δεν διαφαίνεται στον ορατό ορίζοντα και το μόνον που αναμένεται είναι η θέσπιση ρυθμίσεων χρεών που θα προσφέρουν μεγάλο αριθμό δόσεων στους οφειλέτες.
Αυτή η ρύθμιση οφειλών θα αποκρυσταλλωθεί το Σεπτέμβριο, οπότε οι φορολογούμενοι των οποίων οι πληρωμές φόρων και δόσεων ρυθμίσεων έχουν «παγώσει» ήδη από τον Μάρτιο θα έχουν τη δυνατότητα να ρυθμίσουν τις οφειλές τους σε πολλές μηνιαίες δόσεις.
Αλλά πέραν τούτου δεν θα πρέπει να αναμένεται καμία διευκόλυνση που θα έχει το χαρακτήρα μείωσης φόρου. Είναι ενδεικτικό πως η μεσοσταθμική μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 8% που είχε ανακοινώσει η κυβέρνηση δεν θα υλοποιηθεί, ήτοι οι ιδιοκτήτες ακινήτων θα πληρώσουν εφέτος τον ίδιο ΕΝΦΙΑ που είχαν καταβάλει και το 2019.
Για το 2020 τουλάχιστον μετατίθεται και η σταδιακή κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, την οποία είχε προαναγγείλλει ο ίδιος ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η εισφορά που επιβαρύνει 2,3 εκατομμύρια φορολογουμένους με εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ και επιβάλλεται με συντελεστές που ξεκινούν από 2,2% και φθάνουν κλιμακωτά το 10%, δεν θα καταργηθεί μέσα στο έτος, αλλά πιθανότατα ούτε το 2021.
Το ίδιο θα ισχύσει και με τη σταδιακή κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος που επιβάλλεται σε επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες. Αν και αρχικά εξεταζόταν να μειωθεί έως 30%, αυτό δεν θα συμβεί διότι θα οδηγούσε τον προϋπολογισμό σε απώλεια εσόδων έως 500 εκατ. ευρώ.
Τέλος, προς αναστολή οδεύει και ο σχεδιασμός για μείωση του συντελεστή φορολόγησης των επιχειρηματικών κερδών από 24% σήμερα στο 20% το 2021.
Το γεγονός ότι μεγάλο μέρος της κρατικής βοήθειας για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού κατευθύνθηκε προς τις επιχειρήσεις συνεπάγεται πως το Δημόσιο αποβλέπει στην ταχεία ανάκαμψη αυτών των επιχειρήσεων για να λάβει πίσω τα χρήματα που τους έδωσε.
Και ο πλέον πρόσφορος τρόπος για να γίνει αυτό είναι μέσω της φορολόγησης των κερδών τους.
Δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων θα επιστρέψουν μετά από ένα έτος στην κερδοφορία, η μείωση των φορολογικών συντελεστών στο 20% θα συνεπαγόταν αισθητά μικρότερα έσοδα για το Δημόσιο, κάτι που δεν θα ήταν ορθολογικό από οικονομικής πλευράς.