Τα στοιχήματα του νέου προϋπολογισμού
Κρισιμότερη από κάθε άλλη χρονιά καθίσταται η πορεία των φορολογικών εσόδων κατά τη διάρκεια του 2020. Ψηφίζοντας σήμερα τον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς, η κυβέρνηση βάζει αυτομάτως πολλά στοιχήματα, τα οποία πρέπει να κερδηθούν προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για να τεθεί μέσα στο 2020 το μεγάλο αίτημα της ελληνικής πλευράς για μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Καλή πορεία των φορολογικών εσόδων θα επιτρέψει επίσης το να υπάρξουν μέσα στο 2020 και νέες μειώσεις φόρων που δεν έχουν προγραμματιστεί. Ήδη το οικονομικό επιτελείο έχει σχεδιάσει τη μείωση των συντελεστών του ΕΝΦΙΑ, υπό την προϋπόθεση ότι θα δημιουργηθεί ο απαιτούμενος δημοσιονομικός χώρος από την επικαιροποίηση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων, αλλά και την έναρξη της διαδικασίας κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης ακόμη και μέσα στο 2020, υπό την προϋπόθεση ότι οι εισπράξεις από τους υπόλοιπους κωδικούς των φόρων θα πάνε καλύτερα από ό,τι έχει προβλεφθεί.
Το εγχείρημα δεν είναι εύκολο. Ο προϋπολογισμός έχει στηριχτεί στην εκτίμηση ότι τα φορολογικά έσοδα θα αυξηθούν κατά τουλάχιστον 773 εκατ. ευρώ (από τα 51,392 δισ. ευρώ που εκτιμάται ότι θα είναι το κλείσιμο της φετινής χρονιάς, χωρίς να αποκλείεται και υψηλότερο νούμερο, δεδομένου ότι και ο Νοέμβριος έχει πάει καλύτερα του αναμενομένου όπως θα ανακοινωθεί τη Δευτέρα, στα 52,165 δισ. ευρώ). Και αυτό παρά τη σειρά μειώσεων που έχουν προγραμματιστεί σε φόρους, κυριότερες εκ των οποίων είναι η μείωση του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, η μείωση στη φορολόγηση των μερισμάτων, αλλά και η μείωση του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, ειδικά για τις οικογένειες με παιδιά.
Συγκρατημένη αισιοδοξία
Είναι ίσως η πρώτη χρονιά την τελευταία 10ετία που η πρόβλεψη για αύξηση των φορολογικών εσόδων δεν υποστηρίζεται από νέα φορολογικά μέτρα. Έτσι, αυτά τα 773 εκατ. ευρώ -ιδανικά και περισσότερα για να έρθουν πιο μπροστά οι επόμενες μειώσεις φόρων στις οποίες θέλει να προχωρήσει η κυβέρνηση- θα πρέπει να βρεθούν από την εφαρμογή του κανόνα «περισσότερη ανάπτυξη φέρνει περισσότερη φορολογητέα ύλη και κατά συνέπεια αυξημένα έσοδα από φόρους». Οι επιμέρους προβλέψεις για την πορεία των φορολογικών εσόδων χαρακτηρίζονται από συγκρατημένη αισιοδοξία. Το οικονομικό επιτελείο θέλει από τους φορολογούμενους να αυξήσουν τα δηλωθέντα εισοδήματά τους και να ζητήσουν την έκδοση περισσότερων αποδείξεων μέσα στο 2020, ώστε να αυξηθούν και οι εισπράξεις από τον ΦΠΑ και τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Από την άλλη, από τις επιχειρήσεις περιμένει ως «αντάλλαγμα» για τη γενναία μείωση του συντελεστή φορολόγησης από το 24% στο 20%, να δηλώσουν περισσότερα κέρδη από τα 14 δισ. ευρώ που εκτιμάται ότι εμφανίστηκαν στις φετινές φορολογικές δηλώσεις. Το «στοίχημα» δεν είναι μόνο οικονομικό, αλλά και πολιτικό. Αν κερδηθεί, η κυβέρνηση θα εδραιώσει το επιχείρημα ότι οι μειώσεις φόρων δεν ανοίγουν τρύπες στον προϋπολογισμό και ως εκ τούτου μπορεί να υλοποιηθεί και η μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος από το 3,5%, αλλά και οι περαιτέρω μειώσεις φόρων που έχουν προγραμματιστεί
Φόρος εισοδήματος
Από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων το υπουργείο Οικονομικών έχει προϋπολογίσει να εισπράξει 4,017 δισ. ευρώ, έναντι 4,463 δισ. ευρώ που αναμένεται να είναι το κλείσιμο της φετινής χρονιάς. Δηλαδή, προβλέπεται μείωση των εσόδων κατά 446 εκατ. ευρώ. Η πρόβλεψη αυτή στηρίζεται στο ότι θα μειωθεί ο συντελεστής φορολόγησης των επιχειρήσεων από το 29% που ίσχυσε για τη φορολόγηση των κερδών του 2018 (για τα οποία οι επιχειρήσεις πλήρωσαν φόρο μέσα στο 2019) στο 24% για τη φορολόγηση των κερδών του 2019 (ο φόρος για τα οποία θα πληρωθεί μέσα στο 2020). Και είναι μια αρκετά συντηρητική πρόβλεψη δεδομένου ότι από μόνη της η μείωση του συντελεστή έχει δημοσιονομικό κόστος περίπου 550 εκατ. ευρώ.
Αυτό σημαίνει ότι το υπουργείο Οικονομικών προσδοκά πολύ μικρή αύξηση της φορολογητέας ύλης, παρά το γεγονός ότι το 2019 φαίνεται να κλείνει με ρυθμό ανάπτυξης άνω του 2%. Κατά συνέπεια, ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων είναι ένα πεδίο από το οποίο μπορούν να γεννηθούν «υπερπλεονάσματα». Αρκεί μια αύξηση των κερδών κατά 10% (σε μια χρονιά που αναμένεται να επικρατήσει γενικότερη ευφορία στις τάξεις των επιχειρήσεων όχι μόνο εξαιτίας της μείωσης των συντελεστών φορολόγησης, αλλά και εξαιτίας της μείωσης των εισφορών) ή κατά περίπου 1,4 δισ. ευρώ αθροιστικά, προκειμένου το δημοσιονομικό κόστος από τη μείωση του συντελεστή φορολόγησης να περιοριστεί κατά 50% ή κατά 275 εκατ. ευρώ.
Από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων υπάρχει προσδοκία για αύξηση των εισπράξεων κατά περίπου 323 εκατ. ευρώ ή από τα 11,092 δισ. ευρώ που είναι το προβλεπόμενο κλείσιμο της φετινής χρονιάς, στα 11,415 δισ. ευρώ. Είναι μια φιλόδοξη πρόβλεψη, δεδομένου ότι η παρακράτηση φόρου στα φυσικά πρόσωπα θα μειωθεί μέσα στο 2020 κατά περίπου 280 εκατ. ευρώ λόγω της εφαρμογής της νέας φορολογικής κλίμακας.
Ωστόσο, η εκτίμηση εδράζεται σε δύο παραδοχές: Πρώτον, στο ότι ο ρυθμός ανάπτυξης του 2020 θα φέρει και αυξήσεις εισοδημάτων στα φυσικά πρόσωπα. Ειδικά οι αυτοαπασχολούμενοι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες απαλλάσσονται μέσα στο 2020 από τον «βραχνά» των ασφαλιστικών εισφορών που υπολογίζονται βάσει των δηλωθέντων εισοδημάτων. Έτσι, είναι πιθανό να εκδώσουν περισσότερα τιμολόγια και αποδείξεις παροχής υπηρεσιών. Ο βασικός φόρος θα πληρωθεί βέβαια το 2021, αλλά και μέσα στο 2020 το Δημόσιο θα έχει λαμβάνειν λόγω της προκαταβολής φόρου (20% επί του ύψους των ΔΠΥ).
Αύξηση απασχόλησης
Από την άλλη, με την πρόβλεψη για αύξηση της απασχόλησης και μείωση της ανεργίας (σ.σ.: εκτιμάται ότι θα δημιουργηθούν περίπου 100.000 θέσεις απασχόλησης μέσα στο 2020), το Δημόσιο θα εισπράξει αμέσως πρόσθετα έσοδα λόγω της παρακράτησης φόρου που ισχύει για τους μισθωτούς. Τέλος, υπάρχει και η καταβολή των αναδρομικών στους συνταξιούχους. Ναι μεν αυτό συνιστά δαπάνη για τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά ταυτόχρονα ένα μέρος επιστρέφει και ως έσοδο λόγω της φορολογίας.
«Κλειδί» οι εισπράξεις από τον ΦΠΑ
Το πολύ μεγάλο στοίχημα του 2020 είναι τα έσοδα από τον ΦΠΑ. Στον προϋπολογισμό έχει εγγραφεί πρόβλεψη για αύξησή τους κατά 475 εκατ. ευρώ ή από τα 17,8 δισ. ευρώ στα 18,27 δισ. ευρώ. Το κλείσιμο του 2019 αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας, καθώς η χρονιά κλείνει με σημαντική αύξηση εσόδων έναντι των προβλέψεων, παρά το γεγονός ότι δεν είχε προϋπολογιστεί η μείωση των συντελεστών από τον περασμένο Μάιο σε εστίαση, τρόφιμα και ηλεκτρικό ρεύμα.
Για το 2020 μπορεί να υπάρξει υπεραπόδοση και στο συγκεκριμένο πεδίο. Η ανάπτυξη αποτυπώνεται άμεσα στους φόρους κατανάλωσης ενώ υπάρχει και το στοιχείο του μέτρου των ηλεκτρονικών πληρωμών από το οποίο το οικονομικό επιτελείο προσβλέπει σε αυξημένα φορολογικά έσοδα κατά 550 εκατ. ευρώ.
Μάλιστα, στην κυβέρνηση επισημαίνουν ότι και αυτή η πρόβλεψη μπορεί να αποδειχθεί συγκρατημένη, καθώς πολλά νοικοκυριά, αποκτώντας τη συνήθεια πλέον να πληρώνουν με κάρτα, είναι πολύ πιθανό να φτάσουν τις δαπάνες τους ακόμη και πάνω από το 30% του εισοδήματος που ζητάει η εφορία για το 2020.