Πλεύρης: Οι οδοντίατροι θα καθορίσουν πότε χρειάζεται rapid test
Για το τρόπο που θα πηγαίνουν οι εμβολιασμένοι ασθενείς στα οδοντιατρεία αναφέρθηκε ο υπουργός Υγείας, Θάνος Πλεύρης, ο οποίος έδωσε συνέντευξη στην πρωινή εκπομπή του ΣΚΑΪ. Όπως σημείωσε, η Οδοντιατρική Ομοσπονδία θα καθορίσει σε ποιες ιατρικές πράξεις θα χρειάζονται rapid test.
«Το θέμα με τους οδοντιάτρους λύθηκε. Αυτό που προέβλεπε αρχικά η υπουργική απόφαση ήταν και οι εμβολιασμένοι και οι ανεμβολίαστοι να κάνουν rapid test. Κάναμε μια συζήτηση με την Επιτροπή και είπαμε όσοι πηγαίνουν σε ιατρείο να μη χρειάζεται rapid test ούτε ο συνοδός ούτε και ο ασθενής, αλλά υπήρξε ένα κενό με τα αερολύματα. Προχθές, στη Επιτροπή, ζήτησα να είναι εκπρόσωπος των οδοντιάτρων και καταλήξαμε σε μια λύση που καλύπτει όλες τις πλευρές. Η ίδια η Ομοσπονδία των οδοντιάτρων θα καθορίσει σε ποιες ιατρικές πράξεις που είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες θα χρειάζονται rapid test. Για όλες τις υπόλοιπες πράξεις ο εμβολιασμένος θα μπορεί να πηγαίνει στον οδοντίατρο χωρίς τεστ», δήλωσε.
Σε ό,τι αφορά στη θεραπεία με τα μονοκλωνικά αντισώματα, ο κ. Πλεύρης σημείωσε ότι υπήρχαν κάποιες ενθαρρυντικές μελέτες μετά την ολοκλήρωση της τρίτης φάσης κλινικών δοκιμών και σύντομα η Ελλάδα θα μπορεί να τα εισάγει. Ωστόσο, η Επιτροπή θα κρίνει σε ποιες περιπτώσεις θα χορηγούνται και το κόστος τους θα καλύπτεται πλήρως από το κράτος.
«Ήδη, από τον Φεβρουάριο του 2021 η Ελλάδα συμμετέχει στο πρόγραμμα της Ε.Ε για τα μονοκλωνικά αντισώματα και παρακολουθεί τις εξελίξεις. Τον Αύγουστο υπήρχαν κάποιες ενθαρρυντικές μελέτες, γιατί ολοκληρώθηκε η τρίτη φάση των δοκιμών, αν και ακόμα δεν έχουν πάρει έγκριση. Σε κάποιες κατηγορίες μπορούν να χορηγηθούν, αν έχουν θετικές εξελίξεις. Η παραγωγή μονοκλωνικών αντισωμάτων είναι πολύ μικρή και θα κατεβάσουμε μέσα στο νομοσχέδιο που έρχεται την επόμενη εβδομάδα μια διάταξη ώστε να μπορέσει η χώρα να κάνει εισαγωγή και η Επιτροπή με αυστηρά κριτήρια και πρωτόκολλα θα κρίνει ποιες περιπτώσεις απευθύνονται. Ωστόσο, όπως έχω ενημερωθεί, τα φάρμακα αυτά χορηγούνται στην πρώιμη φάση και όχι όταν ο ασθενής είναι διασωληνωμένος και είναι πολύ ειδικές οι κατηγορίες που μπορεί να κάνουν χρήση και θα καλυφθούν πλήρως από το κράτος. Το στοιχείο δεν είναι η οικονομική δυνατότητα του καθενός, αλλά αν πρέπει ή δεν πρέπει να τα πάρει», εξήγησε ο υπουργός.
Σχολιάζοντας την επιβαρυμένη επιδημιολογική κατάσταση στη Βόρεια Ελλάδα, ξεκαθάρισε ότι δεν τίθεται θέμα lockdown. «Πράγματι η επιδημιολογική κατάσταση στη Βόρεια Ελλάδα δεν είναι όπως στην υπόλοιπη χώρα. Έχουμε ένα ποσοστό 9% επιπλέον κόσμου που νοσηλεύεται στις ΜΕΘ και γύρω στο 20%-25% στις απλές κλίνες σε σχέση με τις προηγούμενες εβδομάδες. Αυτό που μας ανησυχεί περισσότερο είναι ότι σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας τα ποσοστά εμβολιασμού είναι χαμηλότερα από τον μέσο όρο της χώρας».
Παράλληλα, προέτρεψε τους πολίτες να εμβολιαστούν σημειώνοντας ότι στις ΜΕΘ το 90% των ασθενών είναι ανεμβολίαστοι. «Επειδή έχουμε φτάσει στο 70% του ενήλικου πληθυσμού πλήρως εμβολιασμένου και στους άνω των 60 ετών είμαστε στο 80% πλήρως εμβολιασμένοι, είναι πάρα πολύ σημαντικό το υπόλοιπο ποσοστό του κόσμου που δεν έχει εμβολιαστεί, να πάει να το κάνει για να είμαστε οχυρωμένοι το φθινόπωρο και τον χειμώνα απέναντι στην πανδημία».
Μάλιστα, ο κ. Πλεύρης ανέφερε ότι από αρχές Οκτωβρίου και οι ιδιώτες γιατροί θα μπορούν να εμβολιάζουν τους ασθενείς τους στα ιατρεία τους.
Ερωτηθείς σχετικά με την επέκταση της υποχρεωτικότητας, επισήμανε ότι προς το παρόν δεν τίθεται τέτοιο θέμα, ωστόσο ανάλογα με την πορεία της πανδημίας, μπορεί να εξεταστεί.
Σε ό,τι αφορά στα σχολεία, εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι θα παραμείνουν ανοιχτά, καθώς τις δύο πρώτες εβδομάδες λειτουργίας τους τα κρούσματα που καταγράφονται στις ηλικίες 6-18 ετών είναι λιγότερα από ότι ήταν πριν ανοίξουν τα σχολεία. «Ωστόσο, υπάρχει ένα πρωτόκολλο και υγειονομικό και εκπαιδευτικό, τηρείται απαρέγκλιτα και από εκεί και πέρα όταν χρειάζεται, κλείνουν σχολεία. Είμαστε αισιόδοξοι ότι θα παραμείνουμε στη δια ζώσης εκπαίδευση, θα καταφέρουμε να ελέγξουμε με τα τεστ να μην υπάρχει μετάδοση στην κοινότητα και τα σχολεία θα μείνουν ανοιχτά»,