Α. Σκέρτσος: Εθνικό πρόταγμα να πετύχει το «Ελλάδα 2.0»
Μια καλύτερη Ελλάδα, με «ευκαιρίες και δουλειές, πολλές και καλοπληρωμένες», μια Ελλάδα που δεν θα διώχνει τα παιδιά της, μια Ελλάδα με μεγαλύτερη ασφάλεια και κοινωνική συνοχή, περιγράφει σε άρθρο του στο «Βήμα της Κυριακής» ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, αρμόδιος για το συντονισμό του κυβερνητικού έργου.
«Κλειδί» και «όχημα» για όλα τα παραπάνω, το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, υπό τον όρο ότι η αξιοποίησή του δεν θα γίνει όπως και στο παρελθόν.
Στο άρθρο του, αναλυτικά, που τιτλοφορείται «”Ελλάδα 2.0″: Μια γενναία αναβάθμιση στο hardware & στο software της χώρας», ο κ. Σκέρτσος ξεκινά από τη διαπίστωση, «το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποκτά σάρκα και οστά, σε πείσμα – εγχώριων και μη – καθ’ έξιν αρνητών και καταστροφολόγων», συνεχίζει δε, παραθέτοντας τα οφέλη από το Ταμείο:
«Σε χρόνο-ρεκόρ όμως και για τα ελληνικά ειωθότα η κυβέρνηση επεξεργάστηκε και κατέθεσε – από τις πρώτες μεταξύ των 27 – ένα συνεκτικό εθνικό στρατηγικό σχέδιο για τη βέλτιστη αξιοποίηση και μόχλευση όλων των διαθέσιμων κεφαλαίων από τα σχεδόν 72 δισ. που δικαιούται η χώρα μας – από τις πιο ωφελούμενες – για την επόμενη επταετία από τα ευρωπαϊκά ταμεία. Κεφάλαια διπλάσια σε μέγεθος – σε τρέχουσες τιμές – από το σχέδιο Μάρσαλ που είναι ικανά να τη μεταμορφώσουν, όπως σηματοδοτεί και η κωδική ονομασία του Σχεδίου “Ελλάδα 2.0”. Οι 175 μεγάλες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνει μπορούν να φέρουν αύξηση της ανάπτυξης έως και 7% του ΑΕΠ και να προσθέσουν 200 χιλιάδες θέσεις εργασίας», υπογραμμίζει ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ.
Άλλωστε, προσθέτει, «την ποιότητα του Ελλάδα 2.0 αναγνώρισαν οι αρμόδιες υπηρεσίες της Κομισιόν, δημοσίως μάλιστα η επικεφαλής της Επιτροπής, η οποία με την προ ημερών έλευσή της στην Αθήνα θέλησε να στείλει το μήνυμα ότι ξεκινά μια νέα πορεία για την ελληνική οικονομία μετά την οξεία υγειονομική κρίση Η έγκριση του Σχεδίου θεωρείται παραπάνω από βέβαιη και μέχρι το τέλος του 2021 θα έχουμε εκταμίευση 7 δισ. ευρώ, ποσό διπλάσιο από το αρχικώς προβλεφθέν».
«Ωστόσο τώρα αρχίζουν τα δύσκολα μπροστά μας – και δεν εννοώ μόνο την κυβέρνηση αλλά το σύνολο της κοινωνίας», ξεκαθαρίζει ο Α. Σκέρτσος, που εξηγεί αμέσως μετά: «Ορθώνεται η πρόκληση να αξιοποιήσουμε τη σπάνια ευκαιρία που μας προσφέρεται να αλλάξουμε πίστα. Να κάνουμε update στο λειτουργικό της χώρας στο software και στο hardware της Ελλάδας Να δημιουργήσουμε τη νέα καλύτερη εκδοχή της», σημειώνει εμφατικά και συνεχίζει:
«Χρειάζεται, όμως, να κατανοήσουμε ότι η στόχευση και η κατανομή πόρων δεν θα γίνει αυτή τη φορά όπως είθισται να γίνεται. Δηλαδή με ασύντακτες διαδικασίες, καθυστερήσεις στον σχεδιασμό και στην απορρόφηση, ποικιλώνυμα πελατειακά συμφέροντα που ερίζουν αδιαφανώς για πόρους σε χαμηλής προστιθέμενης αξίας προγράμματα ή έργα. Διότι, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας, θα αναγνωρίσουμε πως η Ελλάδα είναι η χώρα της ΕΕ με τις περισσότερες καθαρές εισροές (ως % ΑΕΠ) μετά το 1981 και την ίδια περίοδο παρέμενε ουραγός της ανάπτυξης, με την ψαλίδα της υστέρησης να ανοίγει αντί να κλείνει σε πολλούς σημαντικούς οικονομικούς δείκτες».
«Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε», καλεί ο Α. Σκέρτσος, «όλοι – επιχειρήσεις, εργαζόμενοι, επαγγελματικές ομάδες, κόμματα, φορείς της αγοράς και της κοινωνίας ότι τα χρήματα δεν θα μας δοθούν σαν επιδότηση που θα μοιραστεί δεξιά και αριστερά αλλά μόνο αν εφαρμόσουμε μεταρρυθμιστικές δράσεις και προγράμματα που μετασχηματίζουν την οικονομία, ικανές να καταστήσουν την Ελλάδα ανταγωνιστική και ελκυστική στους επενδυτές ως προς τη φορολογία, την ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού, τη λειτουργία του κράτους τη διαφάνεια, την ανεξαρτησία των θεσμών».
«Η πραγματική πρόκληση, λοιπόν», συμπεραίνει ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, «είναι να απορροφήσουμε και να διοχετεύσουμε κοινοτικά κεφάλαια στις σωστές δομές και δραστηριότητες, στον σωστό βαθμό, για τον σωστό λόγο, τη σωστή στιγμή και με τον σωστό τρόπο. Γι’ αυτό θα υπάρχει πλήρης διαφάνεια για την εκτέλεση του Σχεδίου και συνεχής δημόσια λογοδοσία για την πορεία εξέλιξης κάθε επένδυσης και κάθε μεταρρύθμισης», δεσμεύεται επίσης.
«Ναι, είναι ένα φιλόδοξο σχέδιο αλλά πραγματοποιήσιμο», αναφέρει ξεδιπλώνοντας παράλληλα τον κυβερνητικό σχεδιασμό για το Ταμείο: «Προβλέπει μεταξύ άλλων την ευρέως φάσματος ψηφιοποίηση σε ΕΦΚΑ, στις Πολεοδομίες και στη φορολογική διοίκηση, την ενεργειακή εξοικονόμηση σε δημόσια και ιδιωτικά κτίρια ώστε να πετύχουμε τους στόχους μείωσης εκπομπών ρύπων έως το 2030, ενσωματώνει την εθνική στρατηγική για το upskilling/reskilling των εργαζομένων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, τον εκσυγχρονισμό της Πρωτοβάθμιας Υγείας και όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης, τον μετασχηματισμό των ελληνικών ΜμΕ ώστε να γίνουν πιο εξωστρεφείς και παραγωγικές».
Συγχρόνως, όμως, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ απαντά και σε ένα ερώτημα που απασχολεί ήδη το δημόσιο διάλογο: «Σε όσους – καλόπιστα – αναρωτιούνται πώς θα ωφεληθεί ο πολίτης από την υλοποίηση όσων περιλαμβάνει το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης απαντώ: στο επίκεντρο των δράσεων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας βρίσκονται οι νέοι, οι γυναίκες, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού όπως τα άτομα με ειδικές ανάγκες, οι αγρότες, οι κάτοικοι απομακρυσμένων περιοχών στην περιφέρεια και στα νησιά μας, οι άνθρωποι του πολιτισμού».
Άλλωστε, διαβεβαιώνει, «όλες οι δράσεις είναι πολύ καλά μελετημένες και έρχονται να δώσουν λύσεις με βάση τις καλύτερες πρακτικές, σε διαρθρωτικά διαχρονικά προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει η χώρα μας».
«Η θεραπεία τους θα επιφέρει μεγάλη αλλαγή στο εισόδημα, στην απασχόληση», είναι, τέλος, μια φράση – κλειδί του άρθρου Σκέρτσου. Και μάλιστα, συνεχίζει, «θα βοηθήσει τη χώρα να καλύψει το χαμένο έδαφος δεκαετιών, να γίνει πιο δίκαιη, πιο πράσινη, πιο ψηφιακή, πιο εξωστρεφής και πιο παραγωγική. Να γίνει πιο φιλική στη νέα γενιά. Και φιλική στους νέους είναι μια οικονομία που προσφέρει ευκαιρίες και δουλειές, πολλές και καλοπληρωμένες. Που εμπνέει ασφάλεια στα παιδιά της να μείνουν στον τόπο τους, να εργαστούν αποδοτικά, να ζήσουν δημιουργικά. Φιλική είναι η χώρα που προσφέρει ένα ελκυστικό πακέτο εργασίας, αποδοχών, ασφάλειας και κοινωνικής συνοχής. Είναι εθνικό πρόταγμα και για να πετύχει, χρειάζεται όλοι μας να αναλάβουμε την ευθύνη που μας αναλογεί».