Πραξικόπημα στη Μιανμάρ: Ο στρατός στην εξουσία
Σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης η χώρα
Ο στρατός ανέλαβε την εξουσία μετά από πραξικόπημα το οποίο έγινε τις πρωινές ώρες της Δευτέρας, στην Μιανμάρ.
Μάλιστα, ο στρατός κήρυξε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης όλη την επικράτεια και ανακοίνωσε ότι την εξουσία αναλαμβάνει ως μεταβατικός πρόεδρος ο στρατηγός Μιν Αούνγκ Χλάινγκ, μετά τη σύλληψη της επικεφαλής της πολιτικής κυβέρνησης Αούνγκ Σαν Σου Τσι, του προέδρου Ουίν Μιντ και κορυφαίων στελεχών του κόμματός της, του Εθνικού Συνδέσμου για τη Δημοκρατία, τις πρώτες πρωινές ώρες.
Σύμφωνα με το Reuters, o στρατός υποστήριξε ότι η επιβολή πραξικοπήματος ήταν αναγκαία για την υπεράσπιση της “σταθερότητας” της Μιανμάρ, μέσω του τηλεοπτικού δικτύου των ενόπλων δυνάμεων.
Οι πραξικοπηματίες κατηγόρησαν την εκλογική επιτροπή ότι δεν φρόντισε να διορθωθούν οι τεράστιες παρατυπίες που κατ’ αυτούς αμαύρωσαν τις βουλευτικές εκλογές του Νοεμβρίου, στις οποίες το κόμμα της Αούνγκ Σαν Σου Τσι υποστήριξε πως κατήγαγε συντριπτική νίκη.
Η κλιμάκωση της έντασης ανάμεσα στο επιτελείο και την πολιτική κυβέρνηση είχε εγείρει ανησυχίες πως απειλείτο πραξικόπημα από την περασμένη εβδομάδα.
Την Τετάρτη, ο επικεφαλής του στρατού Μιν Αούνγκ Χλάινγκ είχε απειλήσει πως το Σύνταγμα της χώρας θα μπορούσε να τεθεί “σε αναστολή” ή ακόμη και να “ανακληθεί” εάν δεν τηρείτο.
Σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο, την Πέμπτη κυκλοφόρησαν σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης φωτογραφικά στιγμιότυπα που απαθανάτιζαν τεθωρακισμένα και άλλα στρατιωτικά οχήματα να κινούνται στη Γιανγκόν και σε άλλες πόλεις.
Η Μιανμάρ πέρασε σχεδόν πέντε δεκαετίες υπό τον ζυγό των στρατιωτικών, προτού αρχίσει το 2010 μια αργή διαδικασία πολιτικής μετάβασης, στο πλαίσιο της οποίας αφέθηκαν ελεύθεροι πολιτικοί κρατούμενοι και ανέλαβε εν μέρει πολιτική κυβέρνηση.
Η 75χρονη Αούνγκ Σαν Σου Τσι, που πέρασε 15 χρόνια σε κατ’ οίκον κράτηση – είχε λάβει το Νόμπελ Ειρήνης το 1991 -, ήταν ανάμεσα στους αντιφρονούντες που αφέθηκαν ελεύθεροι.
Ανέλαβε την εξουσία μετά τις εκλογές του 2015, που είχαν χαρακτηριστεί οι πιο ελεύθερες που διεξήχθησαν ποτέ στη χώρα, εν μέσω ατμόσφαιρας αισιοδοξίας για τον εκδημοκρατισμό της Μιανμάρ.
Σύμφωνα με τα πρακτορεία ειδήσεων, της έχει απαγορευθεί να αναλάβει την προεδρία δυνάμει του Συντάγματος του 2008, το οποίο συνέταξε ο στρατός. Ήταν ως σήμερα “κρατική σύμβουλος”, αξίωμα ουσιαστικά ταυτόσημο με αυτό της πρωθυπουργού σε άλλα κράτη, ώστε να μπορεί να ασκεί την εξουσία μέσω του προέδρου Ουίν Μιντ, στελέχους του κόμματός της.
Νωρίτερα, η κρατική τηλεόραση έπαψε να εκπέμπει, ενώ οι τηλεφωνικές γραμμές και η σύνδεση στο διαδίκτυο έμοιαζαν να έχουν πρακτικά κοπεί.
Το πραξικόπημα έγινε τα ξημερώματα της ημέρας που θα συνερχόταν σε σώμα και θα συνεδρίαζε το νέο κοινοβούλιο, που αναδείχθηκε στις εκλογές του Νοεμβρίου, όταν ο Εθνικός Σύνδεσμος για τη Δημοκρατία είχε υποστηρίξει πως κατήγαγε συντριπτική νίκη.