Παναγιωτόπουλος: “Ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων με συγκεκριμένο σχέδιο”
Η Ελλάδα κινείται «βάση ενός πολύ συγκεκριμένου σχεδίου με ιεράρχηση αναγκών, προτεραιότητες και προσαρμογή στην οικονομική δυνατότητα της χώρας, έτσι ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες και των τριών κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων», ανέφερε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος, μιλώντας στην εκπομπή της ΕΡΤ «Από τις έξι» με τους δημοσιογράφους Δημήτρη Κοτταρίδη και Γιάννη Πιτταρά.
Ο κ. Παναγιωτόπουλος διευκρίνισε ότι «παράλληλα, πρέπει να φροντίζουμε για την αναβάθμιση, την υποστήριξη και τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων συστημάτων, όχι μόνο καινούργιες αγορές».
«Τα τρία Επιτελεία Στρατού, Πολεμικού Ναυτικού και Πολεμικής Αεροπορίας εργάστηκαν πολύ σκληρά υπό τον συντονισμό του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας. Αυτό το σχέδιο το συζητήσαμε και το παρουσιάσαμε στον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος κατάλαβε αμέσως την ανάγκη να εξοπλιστούν καλύτερα οι Ένοπλες Δυνάμεις και να καλυφθεί χαμένο έδαφος. Ο ίδιος έδωσε το πράσινο φως για την αύξηση των κονδυλίων για την άμυνα και ψηφίστηκε στον προϋπολισμό. Τώρα, προχωράμε στην υλοποίηση αυτού του σχεδίου», σημείωσε ο υπουργός.
Rafale, Mirage 2005 και F-16
Για την απόκτηση των γαλλικών μαχητικών Rafale, ο κ. Παναγιωτόπουλος τόνισε ότι «οι συνομιλίες ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο και πήγαμε πολύ γρήγορα γιατί έτσι έπρεπε να γίνει. Εργαστήκαμε σκληρά και βοήθησε και η γαλλική πλευρά. Υπάρχει ζωντανή η στρατηγική σχέση Ελλάδας-Γαλλίας. Δεν θα μπορούσαμε να πετύχουμε τόσο γρήγορα την ολοκλήρωση των διαπργματεύσεων, στην ψήφιση από τη Βουλή των συμβάσεων, στην υπογραφή των συμβάσεων και στο τελικό στάδιο που είναι η υλοποίησή τους, χωρίς τη βοήθεια των Γάλλων».
«Οι Γάλλοι έδωσαν απαντήσεις στα ερωτήματα, έλυσαν τα επιμέρους ζητήματα, που ήταν πολλά καθώς έχουμε να κάνουμε με απόκτηση μεταχειρισμένων αεροσκαφών και η διαπραγμάτευση για την καλή κατάσταση αυτών των μαχητικών δεν ήταν απλή», εξήγησε και πρόσθεσε ότι το επόμενο στάδιο «είναι η εκπαίδευση των Ελλήνων πιλότων και τεχνικών υποστήριξης των Rafale. Στόχος είναι το καλοκαίρι του 2021, από τον Ιούλιο, να αρχίσει η παραλαβή των αεροσκαφών ώστε έως το τέλος του έτους να έχουμε την πρώτη εξάδα. Και από εκεί και πέρα, άλλα έξι θα παραληφθούν το 2022 και τα τελευταία έξι, για να φτάσουμε συνολικά τα 18 αεροσκάφη, το 2023».
«Παράλληλα», συνέχισε ο υπουργός, «θα εκπαιδεύονται, αρχικά στη Γαλλία και στην πορεία στην Ελλάδα, οι επόμενοι πιλότοι και οι επόμενοι τεχνικοί. Είναι αρκετοί και θα είναι μία διαδικασία που απαιτεί χρόνο. Τα Rafale θα ενισχύσουν απότομα και καταλυτικά τη συνολική αεροπορική μας ισχύ. Είναι αεροσκάφη προηγμένης τεχνολογίας, με προηγμένα ηλεκτρονικά συστήματα και όπλα, τα οποία κάνουν τη διαφορά στο ισοζύγιο αεροπορικής ισχύος μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας».
Σύμφωνα με τον ίδιο, η συμφωνία απόκτησης των αεροσκαφών «είναι μία πλήρης συμφωνία» καθώς «περιλαμβάνει την αγορά των αεροσκαφών, την εν συνεχεία υποστήριξή τους και τα όπλα τους».
Για τα Mirage 2005, ο κ. Παναγιωτόπουλος είπε ότι «πλέον, έχουν απρόσκοπτη ροή ανταλλακτικών και προστίθενται -γιατί πολλά ήταν καθηλωμένα λόγω ελλείψεως ανταλλακτικών- στη διαθεσιμότητα της Πολεμικής Αεροπορίας». «Στόχος μας είναι να έχουμε μία μοίρα 24 αεροσκαφών Mirage 2005 πλήρως επιχειρησιακών, λειτουργικών και διαθέσιμων», ξεκαθάρισε και υπενθύμισε ότι «δεν είχαμε σύμβαση υποστήριξης από το 2012».
Παράλληλα, όπως επεσήμανε, «τρέχει το πρόγραμμα αναβάθμισης 84 αεροσκαφών F-16 στην εκδοχή Viper». «Φέτος, μπαίνουμε στην κρίσιμη φάση του προγράμματος, καθώς σε λίγες ημέρες το πρώτο Viper πάει στην Αμερική για να υποστεί κάποιες τελικές τεχνικές παρεμβάσεις και ακολούθως μπαίνουμε στη φάση παραγωγής 8 έως 12 αεροσκαφών κατ’ έτος από την ΕΑΒ», συμπλήρωσε.
Επιπλέον, ο κ. Παναγιωτόπουλος υπογράμμισε ότι «σε λίγες ημέρες ξεκινούν οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην ελληνική και την ισραηλινή πλευρά για τη μετατροπή της βάσης εκπαίδευσης Ικάρων στην Καλαμάτα σε διεθνές κέντρο εκπαίδευσης. Σε ένα σύγχρονο κέντρο, ώστε αφενός να ικανοποιηθούν στο απόλυτο οι ανάγκες των Ικάρων για εκπαίδευση στο πτητικό αντικείμενο και αφετέρου να υπάρξει δυνατότητα προσέλκυσης πιλότων από άλλες χώρες για εκπαίδευση στη βάση της Καλαμάτας».