Ο αμίαντος: Από «θαυματουργό υλικό» σε παγκόσμια απειλή υγείας
Η ιστορία του επικίνδυνου ορυκτού, οι συνέπειες στην υγεία και οι σύγχρονες προκλήσεις διαχείρισης.
Για δεκαετίες, ο αμίαντος αποτελούσε συνώνυμο της προόδου, ένα «θαυματουργό υλικό» που βρήκε εφαρμογή σε χιλιάδες προϊόντα, από δομικά υλικά μέχρι καθημερινές συσκευές, χάρη στην ανθεκτικότητά του στη θερμότητα, τη φωτιά και τις χημικές ουσίες. Ωστόσο, η εικόνα αυτή έχει πλέον αλλάξει δραματικά. Σήμερα, ο αμίαντος αναγνωρίζεται παγκοσμίως ως ένα από τα πλέον επικίνδυνα καρκινογόνα υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί ποτέ από τον άνθρωπο, προκαλώντας σοβαρές υγειονομικές κρίσεις.
Υπό τον όρο «αμίαντος» περιλαμβάνονται δύο κύριες οικογένειες ορυκτών: οι σερπεντίνες (με κυρίαρχο τον λευκό αμίαντο ή χρυσοτίλη, που κάλυπτε το 90-95% της παγκόσμιας παραγωγής) και οι αμφιβολίτες (όπως ο καφέ αμίαντος ή αμοσίτης και ο μπλε αμίαντος ή κροκιδόλιθος). Οι εξαιρετικά λεπτές ίνες τους, συχνά αόρατες στο γυμνό μάτι, ήταν ιδανικές για βιομηχανική χρήση, αλλά αποδείχθηκαν εξίσου επικίνδυνες για τη βιολογία.
Η εκτεταμένη χρήση του αμιάντου ξεκίνησε τον 19ο αιώνα, με κύρια κοιτάσματα στον Καναδά, τη Ρωσία και τη Νότια Αφρική. Μέχρι τη δεκαετία του 1970, η παραγωγή έφτασε στο αποκορύφωμά της, με εκατοντάδες χιλιάδες τόνους να χρησιμοποιούνται ετησίως. Η μηχανική και χημική αντοχή, η πυρανθεκτικότητα και η θερμομονωτική του ικανότητα τον καθιέρωσαν ως θεμελιώδες υλικό για την ανάπτυξη υποδομών.
Η αθέατη πλευρά, όμως, ήταν ο «σιωπηλός κίνδυνος»: η εισπνοή των μικροσκοπικών ινών του προκαλεί σοβαρές παθήσεις, όπως αμιάντωση, καρκίνο του πνεύμονα και μεσοθηλίωμα. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO), πάνω από 200.000 άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους ετησίως παγκοσμίως από ασθένειες που σχετίζονται με την έκθεση σε αμίαντο. Η έκθεση μπορεί να αφορά εργάτες, τεχνίτες, αλλά και απλούς πολίτες που ζουν ή εργάζονται σε κτίρια με φθαρμένα υλικά αμιάντου, ή συγγενείς τους που εργάζονται σε σχετικές βιομηχανίες. Μια χαρακτηριστική περίπτωση είναι γυναίκες που ζούσαν κοντά σε ορυχεία αμιάντου στον Καναδά, στην περιοχή του Κεμπέκ, και εκτέθηκαν μέσω των ρούχων των συζύγων τους, μία κατάσταση γνωστή ως δευτερογενής ή οικογενειακή έκθεση. Το μελανό σημείο είναι ότι οι βλάβες στην υγεία εκδηλώνονται συχνά μετά από 20-40 χρόνια, καθιστώντας τη διάγνωση και την πρόληψη ιδιαίτερα δύσκολες.
Αντιδρώντας, η διεθνής κοινότητα προχώρησε στη νομοθεσία που απαγορεύει τη χρήση αμιάντου από το 2005. Τα υλικά και τα απόβλητα αμιάντου χαρακτηρίζονται ως επικίνδυνα και διέπονται από αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο. Στην Ελλάδα, η ΚΥΑ 4229/395/2013 (ΦΕΚ 318/Β 15.2.2013) θέτει προδιαγραφές για επιχειρήσεις αφαίρεσης αμιάντου, ενώ η Οδηγία 2023/2668/ΕΚ αφορά την προστασία των εργαζομένων.
Παρά τις απαγορεύσεις, το πρόβλημα παραμένει ενεργό. Χιλιάδες σχολεία, νοσοκομεία, βιομηχανικά κτίρια και κατοικίες, κατασκευασμένα πριν το 2005, εξακολουθούν να περιέχουν αμίαντο. Η φθορά τους απελευθερώνει ίνες, θέτοντας σε κίνδυνο τους χρήστες.
Η πρόκληση σήμερα επικεντρώνεται στην ορθή διαχείριση των υφιστάμενων υλικών αμιάντου, με τη χρήση εξειδικευμένων συνεργείων, αυστηρά μέτρα προστασίας (μάσκες, σφράγιση χώρου, ασφαλής απομάκρυνση αποβλήτων) και συνεχή παρακολούθηση της ατμόσφαιρας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι έως και 35 εκατομμύρια κτίρια στην Ευρώπη ενδέχεται να περιέχουν αμίαντο, καθιστώντας τη διαχείρισή του μια τεράστια πρόκληση για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον.
Στην Ελλάδα, η Polyeco πρωτοστατεί στην ασφαλή απομάκρυνση και διαχείριση αμιάντου, έχοντας αναλάβει έργα όπως η αφαίρεση υλικών αμιάντου από κτίρια που επλήγησαν από πυρκαγιές στην Ανατολική και Δυτική Αττική (2018), εργασίες στο πρώην Αεροδρόμιο Ελληνικού, απομάκρυνση επικίνδυνων υλικών από το πρώην εργοστάσιο ΦΙΞ, καθώς και πολυάριθμα έργα αφαίρεσης φύλλων και καμινάδων αμιαντοτσιμέντου σε όλη τη χώρα. Αυτές οι δράσεις καταδεικνύουν ότι η τεχνογνωσία και η τήρηση διεθνών πρωτοκόλλων είναι ο μόνος ασφαλής δρόμος.
Το μέλλον χωρίς αμίαντο απαιτεί συστηματικό εντοπισμό, προσεκτική απομάκρυνση και ασφαλή διάθεση. Ο συνδυασμός ενημέρωσης, αυστηρού νομικού πλαισίου και εξειδικευμένης τεχνικής γνώσης, με τη συμβολή εταιριών όπως η Polyeco, είναι κρίσιμος για την προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος.