Κίνα: Νέοι δασμοί σε γαλακτοκομικά προϊόντα της ΕΕ – Πώς επηρεάζεται η Ελλάδα
Προσωρινοί δασμοί από 21,9% έως 42,7% σε εισαγωγές γαλακτοκομικών από την Ευρωπαϊκή Ένωση, με άμεση, ελάχιστη επίπτωση για την ελληνική αγορά.
Αντιδράσεις προκάλεσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση η χθεσινή ανακοίνωση της Κίνας για επιβολή προσωρινών δασμών, ύψους 21,9% έως 42,7%, σε ορισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα προέλευσης ΕΕ. Η κίνηση αυτή, που τίθεται σε ισχύ σήμερα Τρίτη, εντάσσεται στο πλαίσιο έρευνας κατά των επιδοτήσεων που διενεργεί το Πεκίνο. Δεδομένου ότι η ΕΕ αποτελεί τον μεγαλύτερο εξαγωγέα γαλακτοκομικών προς την Κίνα, με μερίδιο που αγγίζει το 60%, χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ολλανδία αναμένεται να πληγούν σημαντικά.
Για την Ελλάδα, ωστόσο, τα δεδομένα παρουσιάζονται διαφορετικά. Παρόλο που η Κίνα εξελίσσεται σε σημαντικό εμπορικό εταίρο, η έκθεση της χώρας μας στον τομέα των γαλακτοκομικών είναι περιορισμένη. Όπως εξηγεί στο newmoney.gr ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ), Χρήστος Αποστολόπουλος, η επιβολή των δασμών θα έχει «άμεσα, ελάχιστα» επηρεασμό. Αυτό οφείλεται στο ότι το κύριο γαλακτοκομικό προϊόν που εξάγεται στην Κίνα είναι η φέτα, και οι εξαγωγές της χώρας μας εκεί βρίσκονται σε πολύ χαμηλό επίπεδο, κατατάσσοντας την Κίνα στην 61η θέση των εξαγωγικών προορισμών για τη φέτα.
Ωστόσο, υπάρχει και ο έμμεσος αντίκτυπος. «Εφόσον εφαρμοστούν οι δασμοί, το έμμεσο είναι, ότι σίγουρα θα δημιουργηθεί ένα πρόβλημα πρώτης ύλης στην Ευρώπη», αναφέρει ο κ. Αποστολόπουλος. Αυτό σημαίνει ότι «θα περισσέψει γάλα», οδηγώντας σε πτώση της τιμής του στην Ευρώπη. Αυτή η πτώση, αν και όχι άμεση, αναμένεται να επηρεάσει και την Ελλάδα μετά από περίπου δύο μήνες, καθώς τα ελληνικά προϊόντα παράγονται και από ξένο γάλα, λόγω ανεπαρκούς εγχώριας παραγωγής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι το 2024, η Κίνα ήταν ο τρίτος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ελλάδας. Οι ελληνικές εξαγωγές στην Κίνα, που περιλαμβάνουν ελαιόλαδο, φρούτα, ψάρια και πετρελαιοειδή, σημείωσαν σημαντική αύξηση. Το 2023, οι εξαγωγές ανήλθαν στα 384 εκατομμύρια ευρώ, με τον κλάδο των μαρμάρων να πρωταγωνιστεί. Στην ευρύτερη κατηγορία γαλακτοκομικών, αυγών και μελιού, οι ελληνικές εξαγωγές προς την Κίνα το 2024 άγγιξαν τα 17,1 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ.
Η έρευνα της Κίνας, η οποία ολοκληρώνεται στις 21 Φεβρουαρίου, διερεύνησε κατά πόσο οι ευρωπαίοι παραγωγοί γαλακτοκομικών επωφελήθηκαν από κρατικές επιδοτήσεις, με αποτέλεσμα να πλήξουν την εγχώρια κινεζική βιομηχανία, πουλώντας σε χαμηλότερες τιμές. Το Υπουργείο Εμπορίου της Κίνας, τον Αύγουστο του 2024, κίνησε την έρευνα κατά επιδοτήσεων για εισαγωγές γαλακτοκομικών από την ΕΕ, εξετάζοντας τη χρηματοδοτική στήριξη στο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ, καθώς και πρόσθετες επιδοτήσεις από επιμέρους κράτη-μέλη. Τα προκαταρκτικά ευρήματα οδήγησαν στην επιβολή προσωρινών αντισταθμιστικών δασμών, με τους συνεργαζόμενους παραγωγούς να επιβαρύνονται με 28,6% και τους μη συνεργαζόμενους με 42,7%.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσω του εκπροσώπου της Όλοφ Γκιλ, χαρακτήρισε την έρευνα ως βασισμένη σε «αμφισβητήσιμους ισχυρισμούς» και «ανεπαρκή στοιχεία», χαρακτηρίζοντας τα μέτρα «αδικαιολόγητα και αβάσιμα». Η Επιτροπή εξετάζει το σκεπτικό της απόφασης και προτίθεται να υποβάλει σχόλια στις κινεζικές αρχές.
Οι ευρωπαϊκές χώρες που αναμένεται να επηρεαστούν περισσότερο είναι η Γαλλία (25% των εξαγωγών γαλακτοκομικών στην Κίνα), η Γερμανία (22%), η Ολλανδία (13%), η Πολωνία (6%), η Δανία (6%) και η Ισπανία (6%). Η Ελλάδα, αντίθετα, κατέχει ένα σημαντικά χαμηλότερο μερίδιο στην κατηγορία αυτή.

